Σ' αυτήν την κινηματογραφική σεζόν βγήκαν δύο ταινίες δράσης
-επιστημονικής φαντασίας οι οποίες διαφημίστηκαν σαν έργα που ξεπερνούν τους
περιορισμούς του είδους τους και διαθέτουν καλό σενάριο και ενδιαφέρουσες
ιδέες. Το Gravity και
το Snowpiercer πέρα από το είδος τους
και τον τρόπο διαφήμισής τους ως "έξυπνες" ταινίες δράσης ελάχιστα
κοινά έχουν καθώς αποτελούν δείγματα διαφορετικού τρόπου παραγωγής. Το Gravity είναι
μια μεγάλη παραγωγή από μεγάλο στούντιο με πρωταγωνιστές σταρ του Hollywood. Αποδείχτηκε μάλιστα
ο μεγάλος νικητής των Όσκαρ με έξι αγαλματίδια εκ των οποίων τρία σημαντικά στη
Διεύθυνση Φωτογραφίας, στη σκηνοθεσία και στο μοντάζ[1].
Το Snowpiercer είναι μια μικρότερη
παραγωγή, εμπλουτισμένο με στοιχεία πέρα από την κεντρική Αμερικάνική βιομηχανία.
Είναι λοιπόν ενδιαφέρον να αναδειχθεί τι διαφημίζεται ως "έξυπνο"
στους δύο διαφορετικούς χώρους.
Ένας θεατής που επιλέγει να δει μια ταινία
δράσης-επιστημονικής φαντασίας συνήθως έχει μικρές απαιτήσεις από το σενάριο,
καθώς το μεγάλο ατού τους είναι οι ευφάνταστες εντυπωσιακές σκηνές οι οποίες
είναι εκτελεσμένες με τεχνική αρτιότητα και κατά συνέπεια με τρόπο πειστικό. Οι
νέες τεχνολογικές ανακαλύψεις που κάνουν τις σκηνές αυτές εφικτές επίσης
προβάλλονται στην προωθητική καμπάνια των ταινιών. Αντίστροφα το σενάριο τους
συνήθως περιορίζεται στη συμβατική και επαναλαμβανόμενη μάχη ανάμεσα στο καλό
και το κακό, όπου το καλό θριαμβεύει αδιαφιλονίκητα.
Στο Gravity το σενάριο δεν στηρίζεται
στην στερεοτυπική αυτή μάχη, αλλά παρουσιάζει τον αγώνα της άπειρης αστροναύτη Ryan Stoneνα επιβιώσει. Ένα ατύχημα
διαλύει τη σεληνάκατο και σκοτώνει όλα σχεδόν τα μέλη της αποστολής. Μόνη της
στο διάστημα επιχειρεί να προσεγγίσει κάποια άλλη σεληνάκατο και να την
οδηγήσει στη γη πριν τελειώσει το οξυγόνο της.
Η τεχνική αρτιότητα και τα πλάνα της γης από το διάστημα
είναι εφάμιλλα της μεγάλης παραγωγής που είναι το Gravity. Από
κει και πέρα όμως το σενάριο αδυνατεί να εκμεταλλευτεί την ατμόσφαιρα και το
φόβο της απεραντοσύνης του διαστήματος και σύντομα μπαίνει στην προβλεπόμενη
τροχιά. Η μοναδική επιτυχημένη στιγμή του είναι στην αρχή της ταινίας όταν η
πρωταγωνίστρια Sandra Bullock αιωρείται ολομόναχη στο διάστημα ανίκανη να
μετακινηθεί προς τον άλλο μοναδικό επιζώντα της αποστολής George Clooney και το
διαστημικό σκάφος. Η αίσθηση της ανημποριάς, η μοναξιά και ο φόβος της
απεραντοσύνης δημιουργούν άγχος και νευρικότητα στο θεατή και δίνουν μια
βιαστική ματιά για το πώς θα μπορούσε να εξελιχθεί μια τελείως διαφορετική και
ίσως πολύ πιο ενδιαφέρουσα ταινία.
Οι παραγωγοί όμως του Hollywood αδυνατούν να αντισταθούν στη
γοητεία ενός καλού τέλους και στο κοινότυπο αλλά αγαπημένο τους μήνυμα ότι εάν
ο άνθρωπος είναι αποφασισμένος και βάλει τα δυνατά του πάντοτε θα τα
καταφέρνει. Έτσι η άπειρη επιστήμονας Ryan
Stoneνα πάει κόντρα σχεδόν σε όλους τους νόμους της φυσικής, πλοηγεί τον
εαυτό της στο διάστημα, μπαίνει σε μια άλλη σεληνάκατο και κατορθώνει να
επιστρέψει στη γη.
Όλη αυτή η προσπάθεια είναι διάστικτη από μικρά στο
ιχεία
υποτιθέμενου νεωτερισμού και συμβολισμού τα οποία ότι ντύνουν το έργο με τα
βαθύτερα νοήματά του. Καταρχάς το action figure είναι γυναίκα και όχι άντρας.
Η έκπληξη της ισχυρής γυναίκας μπορεί να είχε μια δυναμική στο Alien (1979) του Ridley Scott αλλά το
2013 έχει ξαναπαρουσιαστεί και μάλιστα με καλύτερο τρόπο. Στην αρχή του έργου η
Ryan Stoneνα της Bullock εμφανίζεται
σαν μια τυπική γυναίκα άπειρη και αδύναμη χρειάζεται τον George Clooney να
έρθει να τη σώσει και να τη συμβουλέψει. Η δική του θυσία την ωθεί. Μόνο
αργότερα βρίσκει τη δική της δύναμη και ενεργητικότητα.
Η Sandra Bullock σε ενβρυακή σχεδόν στάση ξαναγεννιέται στην απεραντοσύνη του σύμπαντος και από την επαφή της με το θάνατο |
Το συμβολικό δε επίπεδο είναι εξίσου επιφανειακό και μάλλον
στερεότυπο. Η Ryan Stoneνα δεν είναι
απλώς μια γυναίκα αλλά διαθέτει και την πιο ισχυρή και διάσημη ιδιότητα της
γυναίκας, ήταν μητέρα. Το παιδί της όμως έχει πεθάνει. Το έργο υπονοεί ότι η
ηρωίδα υποθάλπει μια επιθυμία θανάτου καθότι μέσα από το θάνατο του παιδιού της
έχει ακυρωθεί. Γι' αυτό βρίσκεται στο διάστημα, γι' αυτό έχει αναλάβει μια τόσο
επικίνδυνη δουλειά. Η κοντινή της επαφή
με το θάνατο, την ωθεί να ξεπεράσει τη θλίψη και το τραύμα της απώλειας του
παιδιού της και να πάρει ουσιαστικά και ενεργά την απόφαση να ζήσει. Συμβολικά
η ηρωίδα πεθαίνει στο διάστημα και ξαναγεννιέται με τα πρώτα αδύναμά της βήματα
στη γη (βήματα νεογνού). Με αυτόν τρόπο το Gravity ξεπερνά
τα υπαρξιακά ερωτήματα που θα μπορούσαν να το χαρακτηρίζουν και καλύπτει (;)
τις ανάγκες του αγοραστικού κοινού του για "κάτι" που θα συνοδεύει
και δικαιολογεί το όλο θέαμα.
Στον αντίποδα της παραγωγής βρίσκεται το Snowpiercer, καθότι θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως προϊόν
ανεξάρτητου κινηματογράφου. Το κόστος δημιουργίας του (λιγότερο από το μισό του
Gravity) ώθησε την ταινία σε μια πιο "βρώμικη" και
ιδιάζουσα αισθητική που στηρίζεται σε φτηνότερα εφέ και πλάνα. Το επιτελείο
επίσης των ηθοποιών του μπορεί να έχει δουλέψει σε μεγάλες παραγωγές αλλά
σπάνια είχαν τους πρώτους ρόλους και σίγουρα δεν είναι της ίδιας φήμης και
μισθολογικής κλίμακας.
Εδώ παρουσιάζεται μια μελλοντική δυστοπία (από αυτές που
είναι της μόδας τα τελευταία χρόνια) όπου η γη περνάει εποχή παγετώνα λόγω των
κλιματολογικών αλλαγών. Όλοι οι επιζώντες βρίσκονται μέσα ένα τρένο που διαρκώς
κινείται διασχίζοντας σχεδόν όλη τη γη. Το τρένο αυτό είναι ένα κλειστό
οικοσύστημα όπου όλοι οι άνθρωποι, τα ζώα και τα φυτά έχουν τη θέση τους. Τα
τελευταία βαγόνια που αποτελούνται από τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα και που
ζουν στην απόλυτη εξαθλίωση αποφασίζουν να επαναστατήσουν και να αποκτήσουν το
έλεγχο της μηχανής του τρένου.
Η αισθητική αυτή κρατά σε εγρήγορση τον θεατή στην αρχή του
έργου. Στη συνέχεια όμως καθώς το σύμπαν της ταινίας αποκαλύπτεται
βαγόνι-βαγόνι το έργο παύει να εκπλήσσει και βασίζεται στις σκηνές μάχης για να
κρατήσει το ενδιαφέρον των θεατών. Οι κλειστοί χώροι είναι το ατού των σκηνών
δράσης όπως η απεραντοσύνη του διαστήματος αντίστοιχα στο Gravity και
ο σκηνοθέτης φροντίζει να το εκμεταλλευτεί και να τα αξιοποιήσει με τον δέοντα
τρόπο. Το έργο αποκτά ξανά ενδιαφέρον στο τέλος όπου παρουσιάζονται οι
ανατροπές και όπου το συμβολικό και νοηματικό περιεχόμενο της ιστορίας
αποκαλύπτεται.
Ο ήρωας σχεδόν προσκυνάει στην πρώτη του επαφή με τη Μηχανή |
Παραδοσιακά ο ανεξάρτητος κινηματογράφος έχει πιο
ενδιαφέρουσες και ανατρεπτικές ιδέες να αναδείξει σε σχέση με το εμπορικότερο Hollywood και
στο σημείο αυτό το Snowpiercer δικαιώνει
το χώρο προέλευσής του. Η μηχανή του τρένου συμβολικά μετατρέπεται στην κρατική
μηχανή, η οποία αποθεώνεται καθώς μέσω της επιβολής της οργάνωσης και της
ταξικής κοινωνίας υποτίθεται ότι εξασφαλίζει τη διαιώνιση του πολιτισμού και
την επιβίωση του ανθρώπινου είδους. Το τρένο είναι ένα ολοκληρωτικό καθεστώς
όπου όλα έχουν μια προκαθορισμένη θέση με ελάχιστες δυνατότητες διαφυγής και
όπου οι αριθμοί έχουν μεγαλύτερη σημασία από το άτομο που είναι αναλώσιμο. Η δε
επανάσταση είναι επίσης προβλεπόμενη από το σύστημα καθώς οι συγκρούσεις είναι
ένα σύστημα ελέγχου της αύξησης τους πληθυσμού και τρόπος αποσυμπίεσης της
κοινωνικής έντασης. Η ολοκληρωτική κρατική μηχανή παρουσιάζεται από τους
υποστηρικτές της ως φυσική νομοτέλεια καθώς συγκρίνεται με ένα οικοσύστημα. Το
μήνυμα του έργου είναι ότι εάν κάποιος αποζητά την ουσιαστική αλλαγή δεν πρέπει
να προσπαθεί να αποκτήσει τον έλεγχο της μηχανής (του τρένου ή του κράτους)
αλλά την καταστροφή της. Το ανθρώπινο είδος έχει ελπίδες να επιβιώσει χωρίς
αυτή.
Το εάν η ιδεολογία του Snowpiercer είναι
πραγματικά καινοτόμα και ριζοσπαστική είναι ένα θέμα βαθιά πολιτικό, σχεδόν
πάντοτε επίκαιρο, αλλά ας παραμείνουμε επικεντρωμένοι στην κινηματογραφική
σκοπιά του θέματος. Κατά την άποψη μου, το Snowpiercer παρά
τον ιδεολογικό του πλούτο παραμένει νοηματικά αδύναμο. Οι ιδέες δεν είναι
ενσωματωμένες στη σκηνοθεσία και στη δομή του έργου όπου το βάρος πέφτει στη
μάχη και στη δράση αλλά προστίθενται στο τέλος σαν μια σκέψη που
πραγματοποιήθηκε εκ των υστέρων. Οι δε συμβολισμοί είναι τόσο έντονα
προβεβλημένοι, αυτόματοι και προφανείς που γίνονται σχεδόν αφελείς. Για
παράδειγμα, είναι ανάγκη τα μικρά παιδιά
της χαμηλότερης τάξης να μετατρέπονται κυριολεκτικά σε εξαρτήματα της μηχανής
του τρένου, ώστε ο θεατής να πιάσει το νόημα; Από ποιό σημείο και πέρα αυτού
του είδους κυριολεκτική παρομοίωση μετατρέπεται σε απλοποίηση και τελικά
πτώχευση των ιδεών;
[1] Η αξία
του Όσκαρ μπορεί να είναι μικρή στα μάτια ενός Ευρωπαίου κινηματογραφόφιλου,
αλλά τα Όσκαρ είναι στην ουσία η επίσημη φωνή της μεγαλύτερης κινηματογραφικής
βιομηχανίας, του Hollywood,
και εκφράζει τις δικές της προτιμήσεις και φιλοδοξίες για το κινηματογραφικό
μέλλον. Υπό αυτές τις συνθήκες, είναι καλό ίσως να θέτει κανείς την όλη τελετή
στην πραγματική της θέση αλλά και να μην αγνοεί παντελώς τα αποτελέσματά της.