Ο Ντίσνευ μετά από 20 χρόνια διαπραγματεύσεων πείθει τη
συγγραφέα της Μαίρης Ποπιν, Π.Λ. Τράβερς να ταξιδέψει στο Λος Άντζελες. Ελπίζει
ότι δουλεύοντας με τους σεναριογράφους και μουσικούς της εταιρείας του, θα
πειστεί να δώσει την έγκρισή της για τη μεταφορά του έργου της σε
κινηματογραφική ταινία. Η κ. Π.Λ. Τράβερς, όμως, αποδεικνύεται μία στριφνή γεροντοκόρη
Αγγλίδα, η οποία αντιδρά σε όλα και ψάχνει να βρει την οποιαδήποτε αφορμή για
να ακυρώσει το σχέδιο. Η προσωπικότητά της συγκρούεται άμεσα με αυτή του
Ντίσνευ. Καθώς το περίφημο έργο της Ντίσνευ αποκτά μορφή η Π.Λ. Τράβερς βυθίζεται
στις τραυματικές παιδικές της αναμνήσεις από όπου πηγάζει το συγγραφικό της
έργο και όπου εξηγούνται οι ιδιοτροπίες της και οι εμμονές της. Τελικά, ο
Ντίσνευ την πείθει να τον εμπιστευτεί και να του παραχωρήσει τα κινηματογραφικά
δικαιώματα του βιβλίου της.
Σκηνοθεσία
Ο σχετικά νεόκοπος σκηνοθέτης John Lee Hancock είναι ένα δημιούργημα
της βιομηχανίας του Hollywood.
Στο βιογραφικό του έχει κυρίως δουλέψει
ως σεναριογράφος. Πρόσφατα επιχειρεί να μεταπηδήσει στη σκηνοθεσία. Η πορεία
του αυτή είναι προφανής στον τρόπο με τον οποίο συνθέτει το έργο του. Η Μαγική Ομπρέλα στηρίζεται σε ένα καλά
δομημένο σενάριο το οποίο εύκολα
μεταφράζεται σε μια ταινία με εκτεταμένα flash backs που είναι άμεσα συνδεδεμένα με το παρόν και που βοηθούν
στην ερμηνεία του. Ταυτόχρονα διαθέτει προδιαγραμμένες
ανατροπές και σαφή γραμμική πορεία. Το έργο του είναι άρτιο, καλά εκτελεσμένο,
χωρίς όμως να διαθέτει ιδιαίτερη αισθητική άποψη ή ατμόσφαιρα.
Η χωρίς εξάρσεις σκηνοθεσία δίνει το περιθώριο σε μερικούς
από τους καλύτερους ηθοποιούς του Χόλιγουντ να λάμψουν. Ο Colin Farrell ως
πατέρας της συγγραφέας και ο Tom Hanks
ως Ντίσνευ δίνουν εξαιρετικές ερμηνείες. Η Emma Thompson, όμως, είναι
αυτή που "σώζει" το όλο έργο με τις ικανότητες της. Κατορθώνει να
παρουσιάσει μια εξαιρετικά ιδιοσυγκρασιακή προσωπικότητα, αντιπαθητική με την
πρώτη ματιά, με ευαισθησία και λεπτότητα αποσπώντας τελικά τη συμπάθεια του
θεατή.
Και τα περαιτέρω
Η Μαγική Ομπρέλα
φροντίζει επιμελώς να είναι "τακτοποιημένη" και ανώδυνη. Στο δικό της
κόσμο όλοι παρακινούνται στις πράξεις τους από αγνά κίνητρα. Έτσι, αν και
βασισμένη σε μια πραγματική ιστορία και σε αληθινούς ανθρώπους κρύβει τις
σκοτεινότερες πτυχές των γεγονότων.
Όλοι οι χαρακτήρες
παρουσιάζονται κάτω από ένα υπερβολικά χαριτωμένο φως. Η κυρία Τράβερς είναι σε
μεγαλύτερο βαθμό μια αστεία μορφή παρά μια τραγική προσωπικότητα. Η τριάδα των συντελεστών της Ντίσνευ (Ντον
Νταγκραντι και αδελφοί Σέρμαν) είναι τόσο μονοδιάστατοι, ευγενικοί και
προσηνείς που θυμίζουν τα αστεία ζωάκια
-χαρακτήρες που στα έργα της Ντίσνευ συνήθως περιστοιχίζουν τους κεντρικούς
χαρακτήρες. Επιπλέον, φαίνεται ότι είναι αδύνατο η εταιρεία της Ντίσνευ να
αντισταθεί στον πειρασμό να ευλογήσει τα γένια της. Ο Ντίσνευ εμφανίζεται σαν
ένας ιδιαίτερα χαρισματικός άνθρωπος, με τιμή, αξίες και απίστευτη ευαισθησία
και σεβασμό για τους συνανθρώπους του. Τελικά ο Ντίσνευ θριαμβεύει γιατί το έργο Μάιρη Πόπινς δεν είναι ο συμβιβασμός
στη σύγκρουση δύο ισχυρών προσωπικοτήτων αλλά η πλήρης υποχώρηση της
συγγραφέως, που σε μία στιγμή αδυναμίας θαμπώνεται από την βαθιά κατανόηση του
Ντίσνευ, τον εμπιστεύεται και του παραχωρεί όλα όσα της είναι σημαντικά.
Η Μαγική Ομπρέλα
είναι το τέλειο παράδειγμα μιας παραγωγής του Χόλιγουντ και μάλιστα της Ντίσνευ.
Σωστά δομημένο και ξεκάθαρο σενάριο και χαρακτήρες, άρτια ουδέτερη σκηνοθεσία,
μεγάλες ερμηνείες. Ένα σύμπαν όπου τα πάντα κινούνται γύρω από τις αγαθές
προθέσεις. Μπορεί να υπάρχουν χίλιοι λόγοι να το αντιπαθήσεις αλλά δεν μπορείς
να αντισταθείς στη γοητεία μιας καλοφτιαγμένης αφήγησης.