1. Σουρεαλισμός- Salvador Dali -Ο Pablo Picasso ως σουρεαλιστής και η Γκουέρνικα
2. Η τέχνη στην Αμερική-γεωμετρική αφαίρεση, εξπρεσιονιστική αφαίρεση και άλλες παραλλαγές της αφηρημένης τέχνης
1. Σουρεαλισμός (υπερρεαλισμός)
Ο Σουρεαλισμός προέκυψε περίπου από τους ίδιους καλλιτέχνες που είχαν στελεχώσει και το κίνημα του ντανταϊσμού. Τα δύο κινήματα έχουν πολλά κοινά στοιχεία και ιδέες. Όταν το νταντά έφτασε να γίνει αποδεκτό ως τέχνη από την Ακαδημία τεχνών κάποιοι από τους καλλιτέχνες που το είχαν απαρτίσει ένιωσαν ότι έχασαν την επαναστατικότητα τους και αποσπάστηκαν για να δημιουργήσουν κάτι νέο. Η νέα καλλιτεχνική θεωρία στηρίχτηκε κυρίως πάνω στις ανακαλύψεις του Freud που τότε είχαν αρχίσει να διαδίδονται και να γίνονται ιδιαίτερα δημοφιλής.
Το 1924 ο Andre Breton έγραψε και δημοσίευσε το «Σουρεαλιστικό Μανιφέστο» που περιέχει τον εξής ορισμό:
Υπερρεαλισμός: καθαρή ψυχική αντίδραση, η οποία προτίθεται να εκφράσει, προφορικά ή γραπτά, την αληθινή λειτουργία της σκέψης. Η σκέψη υπαγορεύεται χωρίς να ασκείται έλεγχος από τη λογική και έξω από κάθε αισθητική ή ηθική προκατάληψη.
Φιλοσοφία: Ο Υπερρεαλισμός βασίζεται στην πίστη σε μια ανώτερη ύπαρξη συγκεκριμένων μορφών σκέψης, που συνήθως απωθούνται από τη συνείδηση στην παντοδυναμία του ονείρου και στο άσκοπο παιχνίδι με τη σκέψη, το οποίο καταστρέφει μόνιμα όλους τους άλλους ψυχικούς μηχανισμούς, για να πάρει τη θέση τους στην προσπάθεια αντιμετώπισης των βασικών προβλημάτων της ζωής.
Πριν όμως το 1924 που θεσμοθετήθηκε ο όρος η έννοια του σουρεαλισμού είχε αρχίσει να χρησιμοποιείται από καλλιτέχνες, κυρίως λογοτέχνες που συνδέονταν με τον Ντανταϊσμό. Από τον ντανταϊσμό οι Σουρεαλιστές πήραν την αγάπη τους για το παράλογο και το τυχαίο. Τα στοιχεία αυτά όμως τα ένωσαν με τις θεωρίες του Freud για το υποσυνείδητο, το όνειρο και την ψυχανάλυση. Ο Freud σε γενικές γραμμές υποστήριξε ότι ο άνθρωπος αποτελείται από δύο εαυτούς. Ο πρώτος ο συνειδητός- λογικός εαυτός του είναι αυτός που προσαρμόζεται στους κοινωνικούς νόμους και τις ηθικές υποταγές της εποχής του. Τους κανόνες αυτούς τους εκφράζει για το παιδί το πρόσωπο του πατέρα και για αυτό ονομάζονται και πατρική εξουσία. Ο υποσυνείδητος εαυτός μας είναι αυτό που κρύβουμε μέσα μας και το καταπιέζουμε στην καθημερινή μας ζωή ώστε να είμαστε αποδεκτοί από το κοινωνικό σύνολο. Το υποσυνείδητο μας δεν γνωρίζει ούτε και υπακούει σε κανόνες είτε κοινωνικούς είτε ηθικούς. Είναι το πρωτόγονο, «συναισθηματικό» κομμάτι του εαυτού μας. Επειδή λοιπόν το καταπιέζουμε στην καθημερινότητα μας στο όνειρο βρίσκει την δυνατότητα να εκφραστεί. Οι σουρεαλιστές, λοιπόν, που πίστευαν όπως και οι ντανταϊστές ότι η λογική είχε οδηγήσει στον πόλεμο, θέλησαν η πηγή τον έργων του να είναι το παράλογο δηλαδή το υποσυνείδητο. Υποστήριζαν ότι επειδή το υποσυνείδητο ήταν ελεύθερο από τους κοινωνικούς κανόνες ήταν πιο αληθινό από το λογικό. Το υποσυνείδητο πιο πρωτόγονο και ελεύθερο ήταν συνδεδεμένο με τις δυο βασικές ανθρώπινες ορμές τον έρωτα (σεξουαλικότητα) και τον θάνατο (βία) και με τα δύο ανάλογα ταμπού (ου φονεύσεις- και μην κοιμηθείς με τη μητέρα σου). Τα έργα λοιπόν των σουρεαλιστών είχαν αυτή την κύρια θεματολογία τον έρωτα, τη σεξουαλικότητα, τη βία και το θάνατο. Επειδή, όμως, το υποσυνείδητο εκφράζεται μέσα από το όνειρο οι σουρεαλιστές συχνά έψαχναν για έμπνευση μέσα στα όνειρα. Αυτή η μέθοδος και πάλι δεν ήταν αρκετή. Έπρεπε να βρουν ένα τρόπο να κλείσουν τη λογική έξω από τη δημιουργική διαδικασία. Επινόησαν λοιπόν, την αυτόματη γραφή. Σύμφωνα με την αυτόματη γραφή κατέγραφαν λέξεις ή εικόνες που τους έρχονταν στο μυαλό τυχαία και ασύνδετα προσπαθώντας να μην παρεμβάλουν τη λογική τους.
Στην ποίηση και τη λογοτεχνία η μέθοδος της αυτόματης γραφής ήταν σχετικά εύκολο να λειτουργήσει. Για τους ζωγράφους όμως, και τους γλύπτες οι παροτρύνσεις του θεωρητικού του σουρεαλισμού Breton να μεταφέρουν καθαρές και τυχαία τις εικόνες της φαντασίας τους χωρίς την παρεμβολή της λογικής ήταν σχεδόν αδύνατο να εφαρμοστούν και το έργο τελικά να έχει κάποια αισθητική αξία. Κατά συνέπεια ο κάθε εικαστικός καλλιτέχνης ερμήνευσα τα λόγια του Breton με τον τρόπο του και ακολούθησε τη δική του πορεία. Τα κοινά τους στοιχεία ήταν η αναζήτηση νέων υλικών, η πλήρη εγκατάλειψη της παραδοσιακής θεματολογίας της τέχνης, η εμμονή τους με τα όνειρα και τα φροϋδικά σύμβολα και τέλος η έντονη σεξουαλική ή βίαιη ατμόσφαιρα που αποπνέουν τα έργα τους.
Μέσα σε αυτό το πνεύμα διαμορφώθηκαν δύο κύριες τάσεις στην εικαστική πλευρά του σουρεαλισμού. Από τη μια υπήρχαν καλλιτέχνες όπως ο Jean Arp, o Max Ernst, και ο Joan Miro που έφτιαχναν έργα γλυπτά και ζωγραφικά που βρίσκονταν μέσα στα πλαίσια αυτού που αργότερα ονομάστηκε οργανικός σουρεαλισμός ή εμβληματικός σουρεαλισμός ή βιόμορφος ή ακόμα απόλυτος σουρεαλισμός. Το κύριο στοιχείο στην τάση αυτή είναι ότι οι καλλιτέχνες προσπάθησαν να κρατηθούν όσο το δυνατό πιο κοντά στις ιδέες του Breton και στη μέθοδο της αυτόματης γραφής. Στα έργα του υπάρχουν σχήματα που θυμίζουν πρωτόγονες μορφές ζωής, κύτταρα και μικροοργανισμούς. Μοιάζουν αφηρημένα αν και ως ένα βαθμό αυτό που απεικονίζουν είναι αναγνωρίσιμο.
Από την άλλη πλευρά υπήρχαν καλλιτέχνες όπως ο Salavador Dali (ο οποίος σήμερα θεωρείται ο ζωγράφος που έχει κυρίως συνδεθεί με τον σουρεαλισμό), ο Rene Magritte και ο Yves Tangui. Οι ζωγράφοι αυτοί παρουσίαζαν με ακριβείς λεπτομέρειες σκηνές και αντικείμενα που έχουν αφαιρεθεί από το φυσικό τους περιβάλλον, έχουν συνδυαστεί και έχουν παραμορφωθεί με απίθανους τρόπους. Με αυτή τη μέθοδό προσπάθησαν να μιμηθούν το όνειρο και την αίσθηση που αυτό αφήνει. Όπως δηλαδή στο όνειρο ένα αντικείμενο είναι ταυτόχρονα και κάτι άλλο έτσι και στα έργα αυτών των καλλιτεχνών τα εικονιζόμενα αντικείμενα μπορούν ταυτόχρονα να έχουν πολλές σημασίες. Η τάση αυτή ονομάστηκε νατουραλιστικός σουρεαλισμός επειδή η τεχνική της ζωγραφικής στηριζόταν στη νατουραλιστική απεικόνιση τον μορφών. Κατά μία έννοια θα μπορούσαμε να πού με ότι ήταν η συνέχεια του μαγικού ρεαλισμού όπως είχε χρησιμοποιηθεί από τον De Cirico. Πρέπει να σημειωθεί ότι οι καλλιτέχνες του σουρεαλισμού συχνά περνούσαν από τη μια τάση του βιόμορφου σουρεαλισμού στο νατουραλιστικό και αντίστροφα. Όταν τους τοποθετούμε στη μία ή την άλλη κατηγορία απλώς εννοούμε ότι το μεγαλύτερο μέρος του έργου του είχε το ένα ή το άλλο στυλ.
Salvador Dali (1904-1989)
O Salvador Dali είναι σήμερα ο πιο γνωστός σουρεαλιστής ζωγράφος κυρίως εξαιτίας της επιδειξιμανίας του και του καλού χειρισμού των media. Το κοινό δε γνωρίζει ότι ο Salvador Dali υπήρξε πραγματικό μέλος του κινήματος των Σουρεαλιστών για λιγότερο από 10 χρόνια. Το 1934 συγκρούστηκε με τον θεωρητικό και ιδρυτή του σουρεαλισμού Breton εξαιτίας των φιλο-χιτλερικών σχολίων που είχε κάνει και διαγράφτηκε από την ομάδα.
Ο Salvador Dali όμως θεωρούσε τον εαυτό του γεννημένο σουρεαλιστή. Μέσω των θεωριών του Freud κατόρθωσε να εξηγήσει κάποιους από τους προσωπικούς του εφιάλτες που τον στοίχειωναν και την σχεδόν παθολογική σχέση που είχε με τον πατέρα του. Ο Dali εκτός από τη ζωγραφική του πρόσφερε στον σουρεαλισμό το παρουσιαστικό και τη ζωή ενός άνδρα- σουρεαλιστή και κατόρθωσε να γίνει το ζωντανό σύμβολο του. Το εξωφρενικό μουστάκι του, η παθιασμένη σχέση του με τη γυναίκα του Gala και οι προκλητικές δηλώσεις που έκανε στον τύπο και στα ημερολόγια του που φρόντισε να δημοσιευτούν τον όρισαν σαν ένα σχεδόν τρελό άνθρωπο, την ενσάρκωση των ιδεών του σουρεαλισμού.
Η ζωγραφική του στηριζόταν σε ένα νοητικό παιχνίδι. Ξεκινούσε πάντοτε με την τυχαία πρώτη εικόνα που του ερχόταν στο μυαλό και συνέχιζε πηδώντας από τον έναν συνειρμό στον άλλο σε ένα ατελείωτο κυνηγητό ιδεών. Η κοπιαστική λεπτομέρεια που χαρακτηρίζει ακόμα και τα μικροσκοπικά αντικείμενα που παρουσιάζονται στους πίνακες του προέρχεται από τους Φλαμανδούς ζωγράφους του 15ου αιώνα και θυμίζουν τις μικροσκοπικές λεπτομέρειες των χειρογράφων της εποχής που γίνονταν με μεγεθυντικό φακό. Τα αχανή τοπία με τον λαμπρό αφύσικο φωτισμό προέρχονται από την παράδοση του μαγικού ρεαλισμού και από τη φωτογραφία με φίλτρο. Ο ίδιος έλεγε ότι τα έργα του είναι «χειροποίητες φωτογραφίες ονείρων».
Στους πίνακες του επαναλαμβάνονται πολλές φορές τα ίδια αντικείμενα (μυρμήγκια, ρολόγια, τηλέφωνα κτλ.) που είχαν φετιχιστική σημασία για τον ίδιο. Συχνά ο Dali έδινε μια εντελώς προσωπική αλλά και φετιχιστική ερμηνεία σε αντικείμενα αλλά και παλιότερα έργα τέχνης. Τη θεωρητική αυτή ανάλυση την ονόμαζε « παρανοϊκή-κριτική». Επρόκειτο για τη δημιουργία μιας φανταστικής πραγματικότητας βασισμένη σε στοιχεία οραματισμού, ονείρων αναμνήσεων και ψυχολογικών ή παθολογικών διαστροφών.
Ο Pablo Picasso ως σουρεαλιστής και η Γκουέρνικα
Ο Breton γνώρισε τον Picasso κατά τη διαμονή του στο Παρίσι και αμέσως τον ένταξε στο σουρεαλιστικό κίνημα. Στα σουρεαλιστικά περιοδικά συχνά δημοσιεύονταν έργα του Picasso ή γίνονταν αναφορές σε αυτά. Φυσικά ο σουρεαλισμός του Picasso δεν ήταν όμοιος με των υπόλοιπων καλλιτεχνών. Σίγουρα δεν είναι απόλυτος ή βιομορφικός σουρεαλισμός. Δύσκολα όμως μπορείς να εντάξεις τα έργα του στον νατουραλιστικό σουρεαλισμό. Τα θέματα των έργων του είναι σχετικά εύκολα αναγνωρίσιμα παρά τις ιδιόμορφες παραμορφώσεις που τα χαρακτηρίζουν. Δεν υπάρχει όμως η πολυσημία των αντικειμένων και η μετουσίωση του σε κάτι άλλο και διαφορετικό όπως γίνεται κυρίως στα έργα του Dali. Από την άλλη και ο Picasso έχει τα αγαπημένα του σχεδόν φετιχιστικά σύμβολά που εμφανίζονται συχνά στους πίνακες του. Ένα από αυτά είναι και ο μινώταυρος. Η σημασία του στην εικονογραφία του Picasso, δεν είναι σαφής. Μπορεί να είναι το σύμβολο της Ισπανίας, της ωμής παράλογης βίας ή τέλος και ο ίδιος ο καλλιτέχνης.
Ο μινώταυρος εμφανίζεται και στο πιο σημαντικό σουρεαλιστικό έργο του Picasso, στη Γκουέρνικα. Η Γκουέρνικα κατασκευάστηκε το 1937 και ήταν εμπνευσμένο από τον Ισπανικό εμφύλιο. Ο Φράνκο και οι ισπανοί φασίστες ζήτησαν από τους γερμανούς να βομβαρδίσουν τη βασκική πόλη Γκουέρνικα. Η πόλη καταστράφηκε ολοσχερώς από τον βομβαρδισμό. Ο Picasso είχε συγκλονιστεί και δεν μπορούσε να πιστέψει ότι Ισπανοί είχαν ζητήσει από «ξένους» την εξόντωση ομοεθνών τους. Όλος ο πίνακας είναι ζωγραφισμένος με άσπρο μαύρο και γκρίζο και εκφράζει τον τρόμο και τον παραλογισμό που θα πρέπει να ένοιωσαν τα θύματα του βομβαρδισμού. Πολλές από τις φιγούρες που εμφανίζονται στη σύνθεση της Γκουέρνικας είχαν επινοηθεί και χρησιμοποιηθεί από τον Picasso και σε παλιότερους πίνακες.
Η τέχνη στην Αμερική-γεωμετρική αφαίρεση, εξπρεσιονιστική αφαίρεση και άλλες παραλλαγές της αφηρημένης τέχνης
Μετά τον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο το κέντρο των καλλιτεχνικών εξελίξεων μεταφέρθηκε στην Αμερική. Μέχρι τότε ο χώρος εκκίνησης των νέων κινημάτων στην τέχνη ήταν πάντοτε στα γεωγραφικά πλαίσια της Ευρώπης, παλιότερα στην Ιταλία και πιο πρόσφατα στη Γαλλία. Οι Αμερικάνοι καλλιτέχνες ως «οι Επαρχιώτες» της τέχνης ήταν ακόμα περισσότερο δεσμευμένοι από την παράδοση της Ακαδημαϊκής τέχνης. Θέλησαν η τέχνη τους να μιμείται την κλασσική αναγεννησιακή τέχνη. Εάν προσπαθούσαν να την ξεπεράσουν, επιθυμούσαν τα έργα τους να είναι ακόμα πιο ρεαλιστικά. Τα καινοτόμα κινήματα της ευρωπαϊκής τέχνης (κυβισμός, εξπρεσιονισμός κτλ) άργησαν πολύ να γίνουν γνωστά και ακόμα περισσότερα αποδεκτά από το αμερικάνικό κοινό και τους γηγενείς καλλιτέχνες.
Η επίδραση των νέων καλλιτεχνικών ρευμάτων της Ευρώπης άρχισε να γίνεται εμφανής μόνο μετά από το τέλος του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου. Συγκεκριμένα το κρατικό ίδρυμα Federal Art Project άρχισε να αναθέτει σε πρωτοπόρους αλλά μέχρι τότε άγνωστους Αμερικάνους ζωγράφους την διεκπεραίωση μεγάλων δημόσιων έργων τέχνης. Αυτοί για να καλύψουν τις μεγάλες επιφάνειες βρήκαν την ευκαιρία να δημιουργήσουν μια αφηρημένη τέχνη που στηριζόταν στα γεωμετρικά κυρίως σχήματα και που εύλογα ήταν μεγάλης κλίμακας. Οι καλλιτέχνες αυτοί στήριξαν την τέχνη τους στον κυβισμό και στα έργα του Modrian. Μια άλλη ομάδα που έτεινε στην αφηρημένη τέχνη χωρίς όμως να έχει τα έντονα γεωμετρικά στοιχεία μπορούμε ότι είχε επηρεαστεί από τον αφηρημένο εξπρεσιονισμό και τον Kadinsky.
Ο πιο γνωστός από αυτούς ο Jackson Pollock (1912-1956) δημιούργησε την ιδέα της «ολιστικής ζωγραφικής» η οποία στηριζόταν σε ένα λαβύρινθο από τυχαίες πινελιές (το τυχαίο του σουρεαλισμού και του ντανταϊσμού έρχεται ξανά στην επιφάνεια εδώ), γραμμές και κηλίδες που εκτείνεται ως την άκρη του μουσαμά δίνοντας της εντύπωση ότι το έργο θα μπορούσε άνετα να συνεχίζεται αδιάσπαστο και έξω από το κάδρο του. Ο Pollock , επίσης, κατήργησε το τελευταίο απομεινάρι της παραδοσιακής ζωγραφικής, το καβαλέτο. Τοποθετούσε τα χρώματα κατευθείαν από το κουτί τους στο μουσαμά του χωρίς να τα διαλύει ή να τα αναμειγνύει.
Η αφηρημένη ζωγραφική σε διάφορες παραλλαγές της συνέχισε να κυριαρχεί στην Αμερική τουλάχιστον μέχρι τη δεκαετία του 1970. Ακόμα και σήμερα όμως σε εκθέσεις σύγχρονης τέχνης υπάρχουν πολλά έργα αφηρημένα. Μέσα στο διάστημα αυτό από το 1940 περίπου ως και σήμερα έχουν εμφανιστεί ποικίλες παραλλαγές της αφηρημένης τέχνης.
Ο μινιμαλισμός (minimal= ελάχιστο) προσπάθησε να δημιουργήσει τέχνη με όσο το δυνατό λιγότερα στοιχεία. Άλλοτε καλύπτει ολόκληρη την επιφάνεια του πίνακα με ένα μόνο χρώμα. Άλλοτε στηρίζει το έργο τέχνης σε ένα μόνο γεωμετρικό σχήμα ή σε μια μόνη γραμμή.
Η οπτική τέχνη και αυτή αφηρημένη. Στην ουσία είναι δύσκολο να περιγραφεί. Χρησιμοποιεί έντονα χρώματα και συχνά γεωμετρικά σχήματα και γραμμές για να δημιουργήσει μια σειρά από οπτικά τρυκ. Στηρίζεται πάνω στο πως η ανθρώπινη όραση και εγκέφαλος αντιλαμβάνεται το βάθος και την «αναγλυφικότητα». Παράλληλα με την οπτική τέχνη, στη γλυπτική αναπτύχθηκε η «γλυπτική του φωτός». Επρόκειτο για κατασκευές που στηρίζονταν στο έγχρωμο φως και στη διαχείριση του μέσα σε ένα συγκεκριμένο χώρο.
1. 1960 -το νέο κίνημα της ποπ-αρτ
Το πιο πρόσφατο ριζοσπαστικό κίνημα στην τέχνη ονομάστηκε ποπ –αρτ (popular = δημοφιλής, λαϊκή). Η ποπ - αρτ μπορεί να θεωρείται Αμερικάνικό κίνημα αλλά στην ουσία στη Μ. Βρετανία υπήρχαν ήδη από τις αρχές του 50 κάποιοι καλλιτέχνες (Richard Hamilton 1922, David Hockney 1937κ.α.) που δημιουργούσαν έργα με αισθητική όμοια με αυτής της ποπ -αρτ. Οι καλλιτέχνες αυτοί συνέχιζαν με την τεχνική του νταντά δημιουργώντας έργα κυρίως από κολλάζ. Το έτοιμο υλικό τους το αντλούσαν από έντυπες διαφημίσεις. Το κίνημα της ποπ-αρτ, ωστόσο, κατέληξε να θεωρείται Αμερικάνικο γιατί οι Αμερικάνοι καλλιτέχνες αποδείχτηκαν πιο τολμηροί στους πειραματισμούς τους και έδωσαν τα πιο ενδεικτικά έργα του κινήματος.
Η ποπ-αρτ προέκυψε ως αντίδραση στην αφηρημένη τέχνη που είχε κυριαρχήσει στην Αμερική από το 1930 και μετά. Σε αντίθεση, με την αφηρημένη ζωγραφική οι καλλιτέχνες της ποπ-αρτ ήθελαν να δημιουργήσουν μια τέχνη ρεαλιστική, εμπνευσμένη από την καθημερινότητα τους. Το 1960 η Αμερικάνικη κοινωνία είχε πάρει τη σημερινή της περίπου μορφή. Η οικονομική άνθηση μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο είχε δημιουργήσει μια καπιταλιστική κοινωνία, η οποία για να λειτουργήσει και να διατηρήσει το υψηλό οικονομικό της επίπεδο έπρεπε συνεχώς να παράγει και να καταναλώνει. Τα βιομηχανικά προϊόντα ήταν εύκολο να αποκτηθούν από όλους. Η διαφήμιση κυριαρχούσε στην τηλεόραση, στο σινεμά και στο δρόμο με τη μορφή μεγάλων αφισών. Το Hollywood βρισκόταν σε περίοδο άνθισης με ηθοποιούς –ινδάλματα όπως την Μονρόε και τον Τζέημς Ντην. Η 9η τέχνη, το κόμικ, είχε αρχίσει να γίνεται ιδιαίτερα δημοφιλής. Η καθημερινή λοιπόν, ζωή κατακλυζόταν από αυτού του είδους τις εικόνες. Όταν οι καλλιτέχνες της ποπ-αρτ θέλησαν ρεαλιστικά να απεικονίσουν την καθημερινή ζωή στράφηκαν για έμπνευση στις εικόνες του κόμικ, της διαφήμισης και του κινηματογράφου. Επρόκειτο για εικόνες μια χαμηλής λαϊκής τέχνης που διαχωριζόταν σαφώς από την τέχνη των μουσείων. Οι καλλιτέχνες όμως, της ποπ-αρτ ήταν επηρεασμένοι από τις απόψεις του νταντά για την τέχνη. Περιφρονούσαν την παραδοσιακή υψηλή τέχνη των μουσείων και ήθελαν να δημιουργήσουν μια αντί-τέχνη. Η αισθητική της διαφήμισης και των βιομηχανικών αντικειμένων εξυπηρετούσε το στόχο τους αυτό. Με αυτού του είδους την τέχνη κατόρθωσαν να καταθέσουν την κριτική τους για την κοινωνία που στηριζόταν στον καταναλωτισμό και στη διαφήμιση. Επιδίωκαν η αισθητική των έργων τους να είναι κιτς ώστε να μπορούν να περάσουν πιο εύκολα την ειρωνική τους διάθεση για την τέχνη αλλά και για την κοινωνία.
Οι πιο γνωστοί αμερικάνοι καλλιτέχνες της ποπ-αρτ ήταν ο Roy Lichtenstein (1923), ο οποίος χρησιμοποίησε κυρίως εικόνες που θυμίζουν κόμικ, o James Rosenquist (1933) με έργα επηρεασμένα κυρίως από τη διαφήμιση στα ταμπλό του δρόμου και τέλος ο γνωστότερος όλων Andy Warhol (1930-1987) που στήριξε τα έργα του στη διαφήμιση και τα κινηματογραφικά ινδάλματα.
Στη γλυπτική η ποπ-αρτ είχε τους ίδιους στόχους και τις ίδιες επιρροές. Η τεχνική που χρησιμοποίησε ονομάστηκε Assemblage (=συναρμολόγηση). Πρόκειται για τη συναρμολόγηση έτοιμων αντικειμένων που δεν ζωγραφίζονται, δεν σχεδιάζονται ούτε πλάθονται ή σμιλεύονται σε ακατέργαστο υλικό. Τα έτοιμα αντικείμενα που χρησιμοποιούνται είναι προπαρασκευασμένα συνήθως βιομηχανικά αντικείμενα ή μέρη που αρχικά δεν προορίζονταν για έργα τέχνης.
No comments:
Post a Comment