Friday, December 02, 2011

Τα καλύτερα μας χρόνια (The Best years of our lives)1946- William Wyler- Ο Ρεαλισμός στο Hollywood


Τα χρόνια του Δεύτερου Παγκόσμιου Πόλεμου στο Hollywood
Κατά τη διάρκεια του Πολέμου το Hollywood συνέχισε να παράγει έργα ανάλογα με αυτά που δημιουργούσε κατά την προηγούμενη δεκαετία, μέσα το ‘30 δηλαδή. Οι κωμωδίες και τα μιούζικαλ ( πχ. Meet me in St. Lewis) εξακολουθούσαν να είναι δημοφιλή. Τα έργα αυτά ελάχιστα ήταν επηρεασμένα από το κλίμα του πολέμου και δεν μοιάζουν να ταιριάζουν στην εποχή. Στην ουσία όμως πρόβαλλαν τον Αμερικάνικο τρόπο ζωής τον οποίο οι Αμερικάνοι αισθάνονταν ότι έπρεπε να προασπίσουν και να προστατέψουν συμμετέχοντας στον πόλεμο.  Σιγά- σιγά το μοτίβο του πολέμου άρχισε να εμφανίζεται σε διάφορα είδη ταινιών. Οι υποθέσεις του μπορεί να μην συνδέονταν άμεσα με τον πόλεμο αλλά συχνά το φόντο τους ήταν τα γεγονότα στην Ευρώπη. Έτσι ο ήρωας της Καζαμπλάνκα θυσιάζει την αγάπη του και το ατομικό του καλό για το συμφέρον την ανθρωπότητας και για τον αγώνα κατά των Γερμανών.  Πέρα όμως από τις έμμεσες αυτές επιδράσεις του πολέμου στον αμερικάνικο κινηματογράφο την εποχή αυτή εμφανίστηκαν επίσης πολεμικές ταινίες και δραματοποιημένα πολεμικά ντοκιμαντέρ. Φυσικά τα έργα αυτά ήταν ιδιαίτερα προπαγανδιστικά. Το κοινό τους στοιχείο ήταν ότι παρουσίαζαν μεγάλη ελπίδα και αισιοδοξία για το μέλλον. Η ιδέα ήταν ότι όσο δύσκολος και καταστροφικός και εάν είναι ο πόλεμος, το τέλος του θα σηματοδοτήσει μια νέα εποχή, μια στην ουσία ουτοπική πραγματικότητα για την Αμερική αλλά και για την ανθρωπότητα γενικότερα.
Ο κινηματογράφος στην Αμερική στα τέλη του Πολέμου
Το επιτυχημένο και θριαμβευτικό τέλος του πολέμου δεν έφερε την προβλεπόμενη ευφορία στην κοινωνία της Αμερικής. Όταν κατακάθισε ο αρχικός ενθουσιασμός από την ατομική βόμβα άρχισε να αναδύεται ο φόβος για την τεχνολογική ανάπτυξη. Ταυτόχρονα η πολυπόθητη κοινωνική αρμονία και ευμάρεια στην οποία πρόσβλεπε ο κόσμος με το τέλος του πολέμου δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Αντίθετα προέκυψαν νέα προβλήματα.
Το ανήσυχο αυτό κλίμα ευνόησε την ανάπτυξη του φιλμ νουάρ το οποίο μπορεί ως ένα βαθμό να θεωρηθεί και κληρονόμος της καχυποψίας που εξέφραζε η γκανγκστερική ταινία την προηγούμενη δεκαετία. Το φιλμ νουάρ όμως δεν πέτυχε πάντοτε την κριτική αποδοχή. Αντίθετα ως καλλιτεχνικά σοβαρός κινηματογράφος θεωρήθηκε η αντίπαλη τάση στο Hollywood, ο ρεαλισμός.
Οι προϋποθέσεις για τη δημιουργία αυτού του στυλ στην Αμερική μπορεί να θεωρηθεί ότι ήταν οι ακόλουθες:
Α) Ήδη από το 1941 ο Όρσον Ουέλς γύρισε τον Πολίτη Κεϊν εφαρμόζοντας τη σκηνοθεσία σε βάθος πεδίου και προτείνοντας ένα τρόπο κινηματογράφησης πιο ρεαλιστικό
Β) Η λογοκρισία και ο κώδικας Χείζ σταδιακά αρχίζει να πέφτει σε αχρηστία. Απαγορευμένα θέματα όπως ο αλκοολισμός κ.α. εμφανίζονται σε ταινίες
Γ) Οι ταινίες του Ιταλικού ρεαλισμού έρχονται στην Αμερική προτείνοντας ένα κινηματογράφο που αντιμετωπίζει το τώρα και τα προβλήματά του με ωμότητα και ρεαλισμό. Οι ταινίες αυτές συγκλονίζουν τους σκηνοθέτες και τους ηθοποιούς  του Hollywood.
Τα καλύτερα μας χρόνια (The Best years of our lives)1946- William Wyler
Η υπόθεση
Το έργο συζητά ένα από τα προβλήματα της εποχής, τον επαναπατρισμό των αμερικάνων στρατιωτών και την προσαρμογή τους πίσω στην πατρίδα και την ζωή του πολίτη. Η ιστορία του έργου μοιράζεται ανάμεσα σε 3 στρατιώτες που επιστρέφουν από το μέτωπο με τη λήξη του πολέμου. Ο καθένας από αυτούς αντιπροσωπεύει μια διαφορετική κοινωνική τάξη και αντιμετωπίζει διαφορετικά προβλήματα. Ο ένας είναι ένας παρασημοφορημένος αξιωματικός φτωχής οικογενείας που δούλευε ως σερβιτόρος και δεν διαθέτει κανένα προσόν. Είναι παντρεμένος με μια γυναίκα τη οποία δεν γνωρίζει καλά και με την οποία δεν μπορεί να συνυπάρξει. Ο Όμηρος είναι ένας ναύτης που έχει χάσει και τα δύο του χέρια. Ανήκει στη μέση κοινωνική τάξη και δυσκολεύεται να αποδεχτεί ότι η αρραβωνιαστικιά του τον αγαπάει παρά την αναπηρία του. Ο τρίτος είναι τραπεζίτης, οικονομικά άνετος, με γυναίκα και δύο παιδιά, ο οποίος γυρνά στη δουλειά του. Του είναι πολύ δύσκολο να προσαρμοστεί στα επαγγελματικά του καθήκοντα και να μην δώσει δάνεια στους βετεράνους παρά το γεγονός ότι δεν έχουν τίποτα να αντι-προσφέρουν στην τράπεζα ως εγγύηση. Και οι τρεις ήρωες είναι ταυτόχρονα ενθουσιασμένοι που επέστρεψαν στην πατρίδα τους και  φοβισμένοι για  όλα όσα έχουν αλλάξει όσο λείπουν και για το πώς θα κατορθώσουν να προσαρμοστούν. Και για τους τρεις η επιστροφή είναι η αφετηρία μιας σειράς προβλημάτων είτε οικογενειακών είτε επαγγελματικών και οικονομικών. Το αποτέλεσμα είναι ότι αισθάνονται άχρηστοι και δυστυχείς. Ο τίτλος του έργου είναι ειρωνικός. Αναφέρεται στο γεγονός ότι για πολλούς στρατιώτες τα καλύτερά τους χρόνια ήταν τα χρόνια του πολέμου και όχι η επιστροφή στο σπίτι.
Το στυλ κινηματογράφησης
Ο φωτογράφος Gregg Toland που είχε δουλέψει με τον Όρσον Ουέλς στο Πολίτη Κέιν συνεργάστηκε εδώ με Γουαϊλερ. Το αποτέλεσμα ήταν μια ταινία σκηνοθετημένη σε βάθος πεδίου, με μεγαλύτερο ρεαλισμό και πιο αργό ρυθμό που επιτρέπει στον θεατή να εμβαθύνει στους χαρακτήρες του έργου να κατανοήσει τα συναισθήματά και τις επιλογές τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι διάλογοι σπάνια μεταφέρουν τη συναισθηματική φόρτιση των ηρώων αλλά ότι η σκηνοθεσία και η εικόνα κατορθώνουν από μόνες τους να δώσουν την ένταση και τα προβλήματα των ηρώων.
Στις πιο δυνατές και αποφασιστικές σκηνές του έργου ο Γουαϊλερ φροντίζει να εκμεταλλευτεί το μεγάλο βάθος πεδίου που χαρακτηρίζει την ταινία ώστε να αναδείξει ολόκληρη τη δράση και τη συναισθηματική φόρτιση των ηρώων του.
Για παράδειγμα όταν ο Αλ επιστρέφει σπίτι, δεν επιτρέπει στο γιο και στην κόρη του να μιλήσουν και να απαντήσουν στην ερώτηση της γυναίκας του για το ποίος είναι στην πόρτα. Θέλει να της κάνει έκπληξη. Όταν εκείνη έρχεται στο χωλ, ο Αλ αφήνει τα παιδιά του και πάει να την αγκαλιάσει και να την φιλήσει. Η σκηνή εναλλάσσει κοντινά πλάνα του ζευγαριού και μακρινά πλάνα με μεγάλο βάθος πεδίου που παρουσιάζουν ολόκληρη την οικογένεια με τα παιδιά σε πρώτο πλάνο και το ζευγάρι στο βάθος. Με τον τρόπο αυτό τα πλάνα περιλαμβάνουν ολόκληρη την πυρηνική οικογένεια με την ευτυχία να διαχέεται από τον πυρήνα της, το ζευγάρι στα υπόλοιπα μέλη στα παιδιά.
Ένα αντίστοιχο παράδειγμα σωστής εκμετάλλευσης του βάθους πεδίου γίνεται και στη σκηνή που ο Αλ συναντά τον Φρεντ στο μπαρ για να του μιλήσει για την κόρη του. Όταν οι δύο άνδρες καταλήγουν σε συμφωνία, ο Φρεντ πηγαίνει στο πίσω μέρος του μαγαζιού να μιλήσει στο τηλέφωνο με την Πέγκυ. Ο Αλ σηκώνεται να δει τον Όμηρο που παίζει πιάνο παρά τον ακρωτηριασμό των χεριών του. Σε πρώτο πλάνο συνεπώς βλέπουμε τον Όμηρο με τον θείο του που παίζουν πιάνο λίγο πιο πίσω στέκεται ο Αλ ο οποίος έχει στρέψει το πρόσωπο του και κοιτάζει πίσω στον τηλεφωνικό θάλαμο όπου βλέπουμε τον Φρανκ να διακόπτει τη σχέση του με την Πέγκυ. Η αντίθεση του περιεχομένου ανάμεσα στο πρώτο επίπεδο του πλάνου και στο δεύτερο είναι συγκλονιστική. Ενώ ο Όμηρος μας δίνει ένα μάθημα αισιοδοξίας καθώς αν και ακρωτηριασμένος κατορθώνει να προχωρήσει μπροστά και να μάθει κάτι νέο, πίσω ο Φρέντ διαλύει την τελευταία του διέξοδο και ελπίδα για μια πιο γεμάτη και ευτυχισμένη ζωή.
Η τρίτη σκηνή που έχει εκπληκτική δυναμική καθώς εκμεταλλεύεται με επιτυχία το βάθος πεδίου είναι η τελευταία. Εκτός από τον Όμηρο και την Βίλμα που παντρεύονται φαίνονται καθαρά και οι υπόλοιποι κεντρικοί χαρακτήρες του έργου μέσα σε ένα μόνο πλάνο. Δίπλα στο ζευγάρι στέκεται ο Φρεντ, ενώ πίσω τους διακρίνονται καθαρά η Πέγκυ, ο Αλ και η γυναίκα του. Ενώ το ζευγάρι ανταλλάσει του όρκους του οι θεατές γίνονται μάρτυρες μιας ακόμα σιωπηρής υπόσχεσης αγάπης που δίνεται με το βλέμμα ανάμεσα στον Φρεντ και την Πέγκυ. Όταν ο γάμος ολοκληρώνεται ο Φρεντ πλησιάζει και φιλάει την Πέγκυ λέγοντας την ότι η ζωή τους θα είναι δύσκολη και προοικονομώντας με αυτό τον τρόπο και το δικό τους γάμο.
Μια ακόμα σκηνή που έχει ενδιαφέρον είναι αυτή στην οποία ο Φρεντ πηγαίνει στο νεκροταφείο των αεροπλάνων και ανεβαίνει σε ένα παλιό βομβαρδιστικό. Το βομβαρδιστικό με τις ξεριζωμένες μηχανές, άχρηστο απομεινάρι μιας εποχής αντιπαραβάλλεται με  τον Φρεντ τον αξιωματικό με τις άχρηστες ικανότητες που αδυνατεί να εγκλιματιστεί και να βρει δουλειά. Όταν εκείνος ανέβει στο αεροπλάνο η κάμερα κινείται από κάτω από το σκάφος δημιουργώντας μας την ψευδαίσθηση ότι το σκάφος πετάει. Τελικά ο Φρεντ αξιοποιείται όπως το παλιό αεροπλάνο του στις κατασκευές.
Το Περιεχόμενο
Ο Αμερικάνικος κινηματογράφος των χρόνων αυτών σπάνια αναφερόταν σε καταστάσεις του παρόντος οι οποίες ήταν πραγματικές. Ακόμα και όταν μια ταινία διαπραγματευόταν έμμεσα ένα κοινωνικό πρόβλημα της εποχής, αυτό δινόταν με έντονα φανταστικά στοιχεία. Ακόμα και τα κινηματογραφικά είδη που εξέφραζαν την ανησυχία της αμερικάνικης κοινωνίας (π.χ. το γκανγκστερικό είδος ή το φιλμ νουάρ) φρόντιζαν την ανησυχία αυτή να την περνούν μέσω της ατμόσφαιρας και να ντύνουν με στοιχεία δράσης. Ο στόχος του Αμερικάνικού κινηματογράφου ήταν η διασκέδαση και η φυγή.
Τα καλύτερα μας χρόνια και το κίνημα του ρεαλισμού, αντίθετα, επιχείρησαν να συνδέσουν το κινηματογράφο με το παρόν και με ένα χώρο σαφώς αναγνωρίσιμο ώστε να συζητήσουν με τρόπο ειλικρινή τα σύγχρονα κοινωνικά προβλήματα.  Όπως ειπώθηκε και παραπάνω, η σταδιακή χαλάρωση της λογοκρισίας έδωσε το περιθώριο για να δημιουργηθούν έργα σαν αυτό. Η παρουσίαση του ακρωτηριασμένου ναύτη,  το υπονοούμενο του αλκοολισμού του Αλ, η απιστία του Φρεντ και της γυναίκας του και η απόφαση της Πέγκυ- ενός θετικού χαρακτήρα- να διαλύσει το γάμο τους δεν θα ήταν δυνατόν να απεικονισθεί την προηγούμενη δεκαετία, όπου επικρατούσε ο κώδικας Χείζ. Το έργο αλλά και το κίνημα του ρεαλισμού αν και ποτέ δεν γίνεται τόσο ειλικρινές, ωμό και σκληρό όπως το κίνημα του Ιταλικού νεορεαλισμού  κατορθώνει να φέρει στην επιφάνεια και να αντιμετωπίσει με ειλικρίνεια αλλά και αισιοδοξία το πραγματικά προβλήματα της αμερικάνικης κοινωνίας κατά την εποχή αυτή.
Όταν οι τρεις ήρωες επιστρέφουν από τον πόλεμο επιζητούν την ουσιαστική αποδοχή και επιδοκιμασία της κοινωνίας για τους κόπους και τις θυσίες τους. Ο θαυμασμός όμως δεν έρχεται και οι ίδιοι αποδεικνύονται δυσλειτουργικοί. Ο γιος του Αλ με περισπούδαστο ύφος μιλάει για τις συνέπειες της ατομική βόμβας και αδιαφορεί για τα σουβενίρ που του έφερε ο πατέρας του. Οι γονείς του Φρεντ και η γυναίκα του δεν αντιλαμβάνονται τη σημασία των παρασήμων του. Ο ίδιος αν και αξιωματικός και ήρωας αποδεικνύεται ανίκανος να βρει και να κρατήσει τη δουλειά του. Ο δε Όμηρος μοιάζει ανάπηρος μπροστά στην οικογένεια του λόγω της αμηχανίας που προκαλούν τα μηχανικά του χέρια και ανίκανος να επανασυνδεθεί με την αρραβωνιαστικιά του. Ακόμα και για τον Αλ που τα περισσότερα προβλήματα είναι λυμένα η μετάβαση από τον ρόλο του στον πόλεμο στην δουλειά του στην τράπεζα είναι δύσκολη.
Το ευτυχές τέλος και προσαρμογή των ηρώων πίσω στην ζωή του πολίτη ισοδυναμεί με την επίλυση δύο θεμάτων: α) την επίτευξη της ισορροπίας με την οικογένεια και β) την επιτυχία στον οικονομικό- επαγγελματικό τομέα. Ολόκληρη η κοινωνία αντιπροσωπεύεται από το στενό οικογενειακό περίγυρο των ηρώων. Εάν η σχέση των ηρώων με τα πρόσωπα αυτά θεμελιωθεί στην αποδοχή, την εκτίμηση και την αγάπη, τότε οι ήρωες κατορθώνουν να βρουν τον ρόλο τους μέσα κοινωνία. Έτσι το αίσιο τέλος έρχεται με την βουβή αποδοχή του ακρωτηριασμού του Ομήρου από την αρραβωνιαστικιά του που οδηγεί τον ίδιο τον  Όμηρο στο να δεχτεί την αναπηρία του. Ταυτόχρονα ο Αλ ξεπερνά την αμηχανία απέναντι στην οικογένεια του και αναλαμβάνει ενεργά το ρόλο του συζύγου αλλά και του προστατευτικού πατέρα. Η συζήτηση του Αλ με το Φρεντ σε σχέση με την κόρη του έχει αυτό ακριβώς τον σκοπό, να τοποθετήσει τον Αλ στον παραδοσιακό του ρόλο. Ο Φρεντ, τέλος, απορρίπτει τη γυναίκα του που δεν δύναται να τον σεβαστεί και την αντικαθιστά με την Πέγκυ που από την αρχή του έργου τον αντιμετώπιζε με φιλικότητα και σεβασμό. Ο δε πατέρας του διαβάζει με περηφάνια τα έγγραφα που συνοδεύουν τα παράσημά του και για πρώτη φορά αντιλαμβάνεται το θάρρος και τη δύναμη του γιου του.
Η επαγγελματική- οικονομική επιτυχία εμφανίζεται επίσης πολύ σημαντική για την ένταξη των ηρώων πίσω στον κοινωνικό ιστό. Ο Αλ την επιτυγχάνει με ένα θερμό λόγο που υπερασπίζει τις επαγγελματικές αποφάσεις του μπροστά στο αφεντικό του και του κερδίζει κάποιο περιθώριο ανάλογης δράσης και στο μέλλον. Ο Όμηρος ως ανάπηρος παίρνει ένα καλό επίδομα από το Αμερικάνικο κράτος. Το μεγαλύτερο πρόβλημα στον τομέα αυτό αντιμετωπίζει ο Φρεντ που εκπροσωπεί τη χαμηλότερη κοινωνική τάξη. Μέσα στα πλαίσια του ευτυχισμένου τέλους την τελευταία στιγμή βρίσκει μια δουλειά στην οποία μπορεί να χρησιμοποιήσει υπολείμματα των πολεμικών αεροπλάνων σαν πρώτη ύλη για την οικοδόμηση σπιτιών. Έτσι ο ίδιος όπως και τα αεροπλάνο μετατρέπεται από ένα ένδοξο αλλά και άχρηστο απομεινάρι του πολέμου σε ένα παραγωγικό κομμάτι της σύγχρονης κοινωνίας. Φαίνεται, λοιπόν ότι για το έργο Τα Καλύτερά μας χρόνια η ανθρώπινη ευτυχία εξαρτάται από την πυρηνική οικογένεια και από την οικονομική –επαγγελματική επιτυχία. Εάν ο άνθρωπος διαθέτει την πρέπουσα ισορροπία στους δύο αυτούς τομείς τότε έχει όλα τα προσόντα για να είναι ευτυχής.
Και οι σκηνές με το βάθος πεδίου που αναφέρονται παραπάνω:
α) Ο Αλ επιστρέφει στην οικογένεια του

  β) Ο Αλ ζητάει από τον Φρνετ να χωρίσει από την κόρη του


γ) Η τελευταία σκηνή του έργου όπου πραγματοποιείται ο γάμος του Όσκαρ και ταυτόχρονα συμβολικά ο γάμος του Φρνακ με την κόρη του Αλ.


Σημείωση: Το έργο αυτό τυχαίνει να είναι ένα πολύ καλό έργο μιας συγκεκριμένης εποχής. Αντί όμως η πατίνα του χρόνου να το αναδείξει σαν ένα σύμβολο όπως για παράδειγμα έχει συμβεί με το Casablanca, το οποίο δεν έχει τίποτα περισσότερο ή το πιο ιδιαίτερο να προσφέρει, το έχει θάψει και εξαφανίσει μέσα σε χιλιάδες άλλα έργα που έχουν δημιουργηθεί από τότε και κυρίως κάτω από το έργο της Μπάρμπαρα Στρεϊζαντ που δυστυχώς διαθέτει τον ίδιο τίτλο. Σας προτείνω συνεπώς να το ξανα - ανακαλύψετε. 

3 comments:

Anonymous said...

Καλημέρα.

Πραγματικό μάθημα είναι η άναρτησή σας!

Μια ερώτηση - ένσταση - διαφωνία (διαλέξτε ό,τι θέλετε) σχετικά με τη χρήση του βάθους πεδίου από τον Ουέλς, ως προτροπή για περισσοτερο ρεαλισμό.

Στην ταινια του Hollywood που αναφέρετε η ρεαλισμος που προσφέρει το βαθος του πεδίου είναι εντελώς διαφορετικός απο την σημασια του στον Ουελς. Γιατι στον Πολίτη Κέην, το βαθος πεδιου συνδυάζεται με ασυνήθιστες γωνίες λήψης, υψηλο κοντραστ στον φωτισμό, διαταση της προοπτικης με τον ευρυγώνιο φακο. κ.ά. Καθε άλλο παρα ρεαλιστικο είναι το αποτέλεσμα.

Μια σχετική αναρτηση, αν θελετε,για να καταλαβετε τι και πώς το εννοώ:

http://cogito-ergo-film.blogspot.com/2011/10/orson-welles.html

Ως προς τον ιταλ. νεορεαλ. ασφαλώς ναι, η επιρροη είναι τεραστια.

Πώς εννοειτε την σύγκριση της ταινίας που παρουσιαζετε, με την Κασαμπλάνκα;

Helen Tragea \ Ελένη Τραγέα said...

Καλημέρα
έχετε δίκιο όταν το θέτετε έτσι. Και με έχετε προλάβει. Όταν ανεβαζα αυτή την ανάλυση σκεφτόμουν ότι καλό θα ήταν να βάλω κάτι χωριστά αποκλειστικά αφιερωμένο στο βάθος πεδίου. Μια ανάλυση που να εξηγεί τι είναι, πως χρησιμοποιείται, τι επιτυγχάνει και φυσικά να δώσω και παραδείγματα. Επιφυλάσομαι συνεπώς για παραπάνω στοιχεία.
Όσο για την Καζαμπλάνκα ...τη χρησιμοποιώ απλά σαν παράδειγμα. Είναι ένα έργο της ίδιας περίπου εποχής που σήμερα οι περισσότεροι θεατές εάν δεν την έχουν δει τουλάχιστον την έχουν ακούσει. Γνωρίζουν σε τι αναφέρεται. Αντίθετα το Καλυτερά μας Χρόνια, μια ταινία τουλάχιστον εξίσου καλή παραμένει σχετικά άγνωστη. Πιστεύετε ότι το πως οι κινηματογραφόφιλοι ανακαλύπτιουν ή όχι μια παλιότερη ταινία δεν συνδέεται ίσως με κάποιου είδους μόδα; Η κινηματογραφική κριτική δεν κάνει κύκλους φέρνοντας στο φως και σχολιάζοντας θετικά άλλες κάθε φορά ταινίες και στιλ;

Anonymous said...

Προσωπικα είμαι εξοικειωμένος με τα στοιχεια του κινηματογραφου (το βαθος πεδιου π.χ.). Αλλα μια αναρτηση για το βαθος πεδιου ειδικα ειναι παντα καλη. Βεβαια γενικες συνταγες για το τι κάνει και πώς χρησιμοποιείται δε νομιζω ότι μπορει να βγει. Δεν ειναι μονοσήμαντο δηλαδη.

Στα ερωτήματα σας: ασφαλως εχει να κανει με τη μοδα και καθε ειδους επιρροη (και η μοδα ειναι ισχυρη επιρροη).

Όσο για την Καζαμπλανκα.. τι να σας πω; το γεγονος ότι εχω ακουσει ανθρωπους να λενε πως, ειναι η πρωτη ταινια στη λιστα τοπ-100 επειδη τιποτα δεν μπορουμε να αφαιρεσουμε ή να προσθέσουμε, πιστευω οτι είναι δείγμα του ποσο εχουμε πιπιλίσει τις κριτικες που ακούγονται κατα καιρούς. Οχι οτι δεν ειναι πολυ καλη ταινια. Αλλα οπως γραφετε, υπαρχουν και τουλαχιστον ισαξιες που δεν προβαλλονται εξισου.

Οτι η κινηματογραφική κριτική κανει κύκλους.. θα ελεγα μακαρι να κανει, αλλα δεν το βλεπω πολυ ισχυρα αυτο.