Η υπόθεση:
Ο James Bond τραυματίζεται σοβαρά στην τελευταία αποστολή του και πέφτει σε ένα
ποτάμι. Όλοι τον θεωρούν νεκρό και αυτό αρπάζει την ευκαιρία να αποσυρθεί. Όταν
όμως πραγματοποιείται βομβιστική επίθεση στο κτίριο της μυστικής υπηρεσίας στο
Λονδίνο, αισθάνεται υποχρεωμένος να επιστρέψει στην ενεργή δράση και να υπερασπιστεί
το αφεντικό του την Μ και τους υπόλοιπους πράκτορες. Οι έρευνές του θα τον
οδηγήσουν σε ένα επαγγελματία εκτελεστή, σε μια όμορφη γυναίκα και τελικά σε
ένα παλιό πράκτορα της Βρετανικής μυστική υπηρεσίας ο οποίος κατηγορεί την Μ
για την τύχη του και επιθυμεί να την εκδικηθεί.
Το σενάριο:
Το σενάριο είναι
πολύ απλό χωρίς ιδιαίτερες εκπλήξεις και ανατροπές. Από την αρχή σχεδόν του
έργου αποκαλύπτεται ο «κακός» και ο στόχος με αποτέλεσμα η αγωνία του θεατή να
κρατά μονάχα λίγο. Η δε ιδέα του παλιού πράκτορα που έχει στραφεί ενάντια στην
υπηρεσία και τα πρώην αφεντικά του δεν μπορεί να θεωρηθεί ιδιαίτερα πρωτότυπη
Οι έξυπνες
στιγμές του σεναρίου είναι άμεσα ορατές και σε μεγάλο βαθμό αυτό-αναφορικές. Υπάρχουν
ένα σωρό ατάκες και ιδέες που αναφέρονται στο παρελθόν του θρυλικού πράκτορα
και προκαλούν το γέλιο και τη νοσταλγία σε όσους θεατές έχουν δει τις προηγούμενες
ταινίες. Για παράδειγμα ο νέος Q, ένας πιτσιρικά του σήμερα που στηρίζεται στους υπολογιστές και περιφρονεί
τις παλιές επινοήσεις, όπως το στυλό που ανατινάζεται είναι από αυτά τα
στοιχεία που δίνουν ανάσα στο σενάριο.
Από την άλλη οι
υποτιθέμενα «βαθιές ιδέες», σύμφωνα με τις οποίες ο κακός του έργου είναι στην
ουσία ένα κακέκτυπο του James Bond και η Μ, η αρχετυπική κάπως
υπερβολικά εξουσιαστική μητέρα, ενάντια στην οποία επαναστατούν του το υγιές
αλλά και παρανοϊκό παιδί της, είναι τόσο επιφανειακά δοσμένες που καλύτερα θα
ήταν να λείπουν.
Η σκηνοθεσία:
Ο Sam Mendes επιχειρεί μια σκηνοθεσία με σκηνές που στόχο έχουν τον εντυπωσιασμό ακολουθώντας
τις συμβάσεις που έχει θέσει η σειρά των James Bond από το
παρελθόν της. Ο σκηνές δράσης διαδραματίζονται μέσα σε εκπληκτικά περιβάλλοντα
με υποβλητικό φωτισμό, σε ένα γυάλινο ουρανοξύστη στη Σαγκάη, στα υπόγεια
τούνελ του Λονδίνου και σε μια Σκοτία όλο καταχνιά και μυστήριο. Συγκριτικά η πρώτη σκηνή, πριν από τους τίτλους, που συνήθως στα James Bond, είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακή ωχριά. Το κυνηγητό με τις μηχανές και η μάχη
στην οροφή του τρένου είναι συρραφή από σκηνές μάχης από παλαιότερες ταινίες της
σειράς (Tomorrow never dies και Octopussy αντιστοίχως) και δεν κατορθώνουν να ενθουσιάσουν το
θεατή.
Η ηθοποιία:
Η πλειάδα των μεγάλων
ηθοποιών που στελεχώνουν την ταινία (Judi Denc, Javier Bardem, Ralph Fiennes) εξασφαλίζει μια σειρά από καλές ερμηνείες
που υποβοηθούν το απλοϊκό σενάριο και διατηρούν το ενδιαφέρον του θεατή. Ο δε Daniel
Craig είναι κατά την άποψη μου ένας από τις πιο πετυχημένες επιλογές για την
ενσάρκωση του James Bond. Δυστυχώς ηλικιακά έχει αρχίσει να
ξεπερνά τον ήρωα και σύντομα θα πρέπει να αναζητηθεί κάποιος νεότερος ηθοποιός.
Το συμπέρασμα:
Αναμφισβήτητα
πρόκειται για μια καλοφτιαγμένη ταινία που εξυπηρετεί το σκοπό για τον οποίο
φτιάχτηκε, την ελαφριά διασκέδαση. Οι οπαδοί του Βρετανού πράκτορα όχι μόνο δεν
θα απογοητευτούν, αλλά και θα ενθουσιαστούν από το σεβασμό που δείχνει στη
παράδοση των ταινιών αυτών. Η παρουσίαση ενός ήρωα περισσότερο ευάλωτου και
λιγότερο υπεράνθρωπου ταιριάζει με το πνεύμα των τελευταίων έργων της σειράς
και με την ηλικία ( κάπως πιο ώριμη) των οπαδών του είδους. Τα αυτό αναφορικά επίσης
στοιχεία της ταινίας είναι αφιερωμένα σε αυτούς. Από την άλλη, όμως, το να
συζητάει κανείς για ένα φιλοσοφημένο James Bond με
υπαινιγμούς για τη βαθύτερη ψυχολογία του ήρωα και για καίρια πολιτικά σχόλια
είναι αστείο και υποτιμά τη νοημοσύνη των θεατών.
2 comments:
Dear Helen,
Why so serious? που θα ρωτούσε και ο θεότρελος πρίγκιπας του εγκλήματος (aka Joker).
Tα φιλμ Bond, είναι ένα κινηματογραφικό είδος (υπό είδος) αν θες από μόνα τους. Θα σύγκρίναμε ποτέ τα screwball comedies με τα road movies? Δεν νομίζω, καθένα έχει τις δικές του συμβάσεις που πρέπει να σεβαστεί και αν σέβεται αρκετά τον εαυτό του, να τις ξεπεράσει.
Αν λοιπόν δούμε το Skyfall μέσα στο σύμπαν το ταινιών Bond θα δούμε εύκολα ότι. 1) Σέβεται πολύ περισσότερο τους χαρακτήρες, και αυτοί γίνονται απολαυστικότεροι από ποτέ. Πότε έγινε σαφέστερα κυνικότερος ο θετικός χαρακτήρας της Μ, παρά όταν λέει θα σώσω τους 5, έστω και αν χρειαστεί να θυσιάσω τον έκτο. 2) Χρειάζεται όντως να πούμε ότι ο Βαrdem, έφτιαξε έναν, ναι καρτουνίστικο, αλλά με πολύ ταλέντο δοσμένο κακό? 3) Ο Fiennes ένας τρίτος χαρακτήρας, έχει σάρκα και οστά, πότε συνέβαινε αυτό στις ταινίες Βond? 4)To film τιμά το αυτονόητο, τα bond films είναι βρετανικά προϊόντα. Πάει λοιπόν πίσω στο Λονδίνο, και το κινημαγογραφεί πανέμορφα. Σχεδόν ασπρόμαυρο με τα κόκκινα του UnionJack να προσδίδουν την απαραίτητη ένταση στην εικόνα. Γίνονται αυτά στις ταινίες Βond? 5)Στιγμές πραγματικού λυρισμού, Ο bond να τρέχει απελπισμένα στο Λονδίνο και σε voiceover η Μ να απαγγέλει στίχους από ένα ποίημα. Όχι αυτά δεν παιζουν σε ταινίες Bond.6)Αν ο Βοnd, είναι ο αρχετυπικός αρσενικός χαρακτήρας για τον δυτικό αστό (εύρωστος, δημοφιλής στις γυναίκες, πάντα καλοντυμένος, με ταξίδια και εμπειρίες από όλο τον κόσμο), πόσο θάρρος χρειάζεται για να σαρκάσεις αυτή την συνταγή, όταν το βάζεις να αφήσει να εννοηθεί ότι μπορεί να μην έχει δοκιμάσει μόνο ετεροφυλόφιλες σχέσεις? Αυτές είναι επιλογές που χρειάζονται πολλά credits.
Αν χρειάζεται να πούμε το αυτονόητο, ότι δεν πρόκειται για τον πολίτη Κέιν, να το πούμε, δεν είναι καν Michel Mann στις καλύτερες στιγμές του αν θες ακόμα. Είναι απαραίτητο όμως να πούμε,οτι είναι το πρώτο bond που σέβεται τον θεατή (και τον στοιχειωδώς σκεπτόμενο που μέχρι τώρα αγνοούσε, καθώς κρύβονταν πίσω από τις συμβάσεις του) και του προσφέρει ένα έργο, μία ιστορία και όχι μία συρραφή από επεισόδια ενός βίντεο παιχνιδιού. Όταν λοιπόν πληρώνουμε εισητήριο να δούμε σινεμά, αυτό είναι που πρέπει να ζητάμε σε ένα πρώτο τουλάχιστον επίπεδο. Το skyfall το κάνει για πρώτη φορά.
Cheers Γ.
Γιατί πάντα εύχομαι για κάτι περισσότερο. Όταν ο Bond έφτασε στο νησί και αντμετώπισε τον "κακό" αισθάνθηκα ένα άδειασμα και από κει και πέρα άρχισα να βαριέμαι. Μου έλειψαν οι ανατροπές και το αναπάντεχο.
Post a Comment