Μετά από ένα εξαιρετικά άνυδρο καλοκαίρι οι
κινηματογραφόφιλοι συνωστίζονται στις αίθουσες για το ετήσιο ραντεβού
τους με τον
Woody Allen.
Και πράγματι ακόμα και εάν το
Blue Jasmine
δεν είναι ένα από τα μεγάλα έργα του σκηνοθέτη παραμένει μια ενδιαφέρουσα
μελέτη πάνω στον άνθρωπο και τις κοινωνικές τάξεις.
Η Υπόθεση:
Η Τζασμίν ύστερα από μια ζωή γεμάτη πολυτέλεια αντιμετωπίζει
τη χρεοκοπία του άνδρα της και την αυτοκτονία του. Οι απάτες του και οι απιστίες του την σπρώχνουν στα πρόθυρα της
νευρικής κρίσης και υποχρεώνεται να εγκαταλείψει το Μανχάταν και να ζήσει με
την αποξενωμένη αδελφή της, Τζίντζερ, στο Σαν Φρανσίσκο. Η Τζασμίν δεν μπορεί
να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα. Κάνει μεγαλεπήβολα σχέδια για μέλλον της
και κατακρίνει την αδελφή της για την επιλογή της στους άνδρες και τον τρόπο
ζωής της. Οι συνθήκες βελτιώνονται όταν γνωρίζει ένα πλούσιο διπλωμάτη που τη
φλερτάρει και φαίνεται ότι θα την βγάλει από τη δύσκολη θέση της.
Η Ηθοποιία:
Η ηθοποιός Cate Blanchett δίνει μια εξαιρετική ερμηνεία στο
ρόλο της Τζασμίν. Και οι υπόλοιποι ηθοποιοί διαχειρίζονται τους ρόλους τους με
ικανότητα και χάρη αλλά το έργο στηρίζεται στην Blanchett. Συνήθως η περσόνα
του
Woody Allen
επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό το ύφος του κεντρικού χαρακτήρα του έργου και το πώς
αυτός ερμηνεύεται από τον ηθοποιό. Η νευρωτική φύση της Τζασμίν εύκολα θα
μπορούσε να δοθεί με την ακατάσχετη και νευρική ομιλία που χαρακτηρίζει τον
Woody Allen και τους πρωταγωνιστές
του. Στη Τζασμίν όμως το στίγμα της ίδιας της Blanchett είναι εμφανές. Το
παραλήρημα της γίνεται σε άλλο τόνο, χαμηλό και φανερώνει μια βαθύτερη ψυχική
διαταραχή. Και όσο και εάν ο χαρακτήρας της είναι στην ουσία αντιπαθής,
εγωκεντρικός και επιδεικτικός, η ευαισθησία της Blanchett που επιτρέπει στους
θεατές να διαγνώσουν την ανασφάλεια και το εύθραυστο της ηρωίδας, προκαλεί αν
όχι απαραίτητα τη συμπάθεια τουλάχιστον τον οίκτο.
Η Σκηνοθεσία:
Για άλλη μια φορά ο
Woody Allen κρατά μια διακριτική θέση και κίνηση στην κάμερα του με
στόχο να αναδείξει και να πλαισιώσει με το καλύτερο τρόπο τους ηθοποιούς- ήρωες
του έργου του. Σε φόντο παρουσιάζονται οι πόλεις της Νέας Υόρκης και του Σαν
Φρανσίσκο με το χρυσό φως και τα όμορφα τοπία που αγαπά ο
Woody σε όλες σχεδόν τις ταινίες του. Το
mise en scène είναι ιδιαίτερα προσεγμένο και μελετημένο καθώς
οι εικόνες εύκολα και άμεσα τοποθετούν τους θεατές μέσα στο κοινωνικό πλαίσιο
και τον τρόπο ζωής των χαρακτήρων του έργου.
Στο Blue Jasmine
ο Woody επιχειρεί μια
πιο μοντέρνα δομή όπου η αφήγηση δεν εξελίσσεται γραμμικά. Μια σειρά από
χρονικές αναδρομές (flash back)
που σχετίζονται είτε άμεσα είτε έμμεσα με το παρόν σταδιακά αποκαλύπτουν όλα τα
στοιχεία του παρελθόντος της Τζασμίν. Η δομή αυτή, πιο συγκεχυμένη και
αποσπασματική από τη κλασσική γραμμική, ταιριάζει στη ψυχική και πνευματική
κατάσταση της Τζασμίν. Ταυτόχρονα επιμελώς κρύβει αρχικά και τελικά αποκαλύπτει
ένα σημαντικό στοιχείο για τις συνθήκες που οδήγησαν τη Τζασμίν σε αυτό το
σημείο.
Οι ιδέες:
Το Blue Jasmine είναι μια από τις πιο σκληρές και πεσιμιστικές
ταινίες του Woody Allen.
Το ελαφρύ χιούμορ, ο σαρκασμός και η υποψία ελαφρότητας που περιέχει θα
ξεγελάσει ελάχιστους θεατές σε σχέση με το πραγματικό νόημα του έργου. Εδώ, η
ανώτερη τάξη διαθέτει την επίφαση της κουλτούρας, ταξιδεύοντας στην Ευρώπη,
κάνοντας φιλανθρωπίες, συλλέγοντας παλιά πολυτελή αμάξια και απολαμβάνοντας
σοκολάτα και κρασί στη Βιέννη. Δεν διαθέτει ηθική καθώς ζει παρασιτικά
καταχρώμενη τα χρήματα άλλων. Από την άλλη η κατώτερη τάξη μοιάζει άξεστη,
χωρίς καμία κουλτούρα, φινέτσα, αυτοεκτίμηση και φιλοδοξία.
Η Τζασμίν διαθέτει τις φιλοδοξίες αλλά είναι ανίκανη να
αντιμετωπίσει την πραγματικότητα και την ζωή και ως ένα κακομαθημένο
πλουσιόπαιδο αναζητά κάποιον νέο πλούσιο προστάτη. Η πιο προσγειωμένη αδελφή
της, Τζίντζερ, μοιάζει χωρίς οποιαδήποτε έμπνευση. Δεν μπορεί να επιδιώξει κάτι
καλύτερο για την ζωή της. Ακόμα και πέρα από τις κοινωνικές τάξεις που
αντιπροσωπεύουν, οι ήρωες, οι ίδιοι, ατομικά, είναι ανίκανοι να αλλάξουν, να
ωριμάσουν και προχωρήσουν. Διαγράφουν κύκλους καταλήγοντας στο ίδιο ακριβώς
σημείο από όπου ξεκίνησαν.
Είναι δύσκολο να συμπαθήσει κανείς οποιοδήποτε χαρακτήρα. Οι
μόνες θετικές πτυχές τους είναι ο σχεδόν χωρίς λογική και αίσθηση προσωπικού
συμφέροντος συναισθηματισμός που επιδεικνύουν κάποιες στιγμές. Η Τζίντζερ
δέχεται να προστατεύσει την αδελφή της και να την υπερασπιστεί, ακόμα και εάν ο
σύζυγός της, καταχράστηκε τα μοναδικά χρήματα που είχε. Η δε Τζασμίν, αν και
τελικά ήταν πιο ένοχη συμμέτοχος, από ότι φαίνεται στην αρχή, στις παρανομίες
του ανδρός της, με μια παράλογη συναισθηματική πράξη αποδεικνύει ότι αγαπούσε
τον άνδρα της και πέρα από τα χρήματα. Αρκούν οι συναισθηματικές αυτές
εκλάμψεις να ακυρώσουν την "ενοχή" των ηρωίδων, ώστε ο θεατής να
μπορέσει να τις αγαπήσει; Δεν νομίζω. Και οι δύο κερδίζουν μοναχά τον οίκτο.
Σημείωση:
mise en scène: Γαλλικός όρος ο οποίος χρησιμοποιήθηκε αρχικά για το θέατρο και ύστερα για τον κινηματογράφο. Συμπεριλαμβάνει ό, τι υπάρχει μπροστά από την κάμερα: τη θέση των ηθοποιών, τα κουστούμια, το μακιγιάζ, τα αντικείμενα που έχει η σκηνή, το σκηνικό, το φωτισμό κ.α.