Thursday, January 12, 2012

Το κορίτσι με το Τατουάζ (The girl with the Dragon Tatoo)-David Fincher


Χτες το βράδυ είδα σε πρώτη προβολή το Το κορίτσι με το Τατουάζ, χάρη στις προσκλήσεις που είχαν εξασαφλίσει τα παιδιά του Soundmag.gr και με αυταπάρνηση μου παραχώρησαν. Μου θύμισαν ευχάριστα την εποχή που έτρεχαν προλάβω την κινηματογραφική επικαιρότητα αντί να ανατρέχω στις μνήμες της κινηματογραφικής τέχνης. Ευχαριστώ πολύ παιδιά! Αναδημοισιεύω εδω το άρθρο που έγραψα για εκείνους.

Η πολύ επιτυχημένη σειρά  Millennium του Stieg Larsson είχε αγωνιώδη υπόθεση, σκηνές δράσης και δημιουργούσε τόσο έντονες εικόνες στο μυαλό των αναγνωστών του που ήταν σχεδόν φυσικό επακόλουθο ότι γρήγορα θα έβρισκε το δρόμο της προς τον κινηματογράφο. Πράγματι, μέσα σε ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα τα βιβλία ενέπνευσαν τρεις εγχώριες, Σουηδικές ταινίες. Σε μια εποχή που τα καλά σενάρια λείπουν, το Hollywood δεν θα μπορούσε να αφήσει μια τέτοια ευκαιρία ανεκμετάλλευτη, με αποτέλεσμα η αμερικάνική εκδοχή να ακολουθήσει σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Η μεταφορά ενός αγαπημένου βιβλίου στον κινηματογράφο εμπεριέχει πάντοτε ένα ρίσκο. Από τη μια πλευρά η ταινία πριν ακόμα διαφημιστεί έχει εξασφαλίσει τους θεατές της. Από την άλλη οι θεατές αυτοί  έχουν ήδη κάποιες ισχυρές απόψεις και κάποιους συγκεκριμένες προσδοκίες για την ταινία. Η κατάσταση επιδεινώνεται σημαντικά όταν έχει ήδη προηγηθεί μια ταινία πάνω στο ίδιο βιβλίο η οποία μάλιστα έχει κατορθώσει να είναι πιστή στο βιβλίο και το πνεύμα του.
 Παραμερίζοντας όσο είναι δυνατόν τις προκαταλήψεις ας επιχειρήσουμε να δούμε το συγκεκριμένο έργο καταρχάς σαν ένα αυτόνομο δημιούργημα και ύστερα σαν μια μεταφορά βιβλίου. Πολύ πετυχημένη  είναι η επιλογή του Daniel Craig στο ρόλο του ιδεαλιστή δημοσιογράφου Mikael Blomkvist. Πραγματικά, ο Daniel Craig ταιριάζει φυσιογνωμικά στο ρόλο αυτό και αποδεικνύεται έξοχος στο ρόλο του προσδίνοντας το βάρος που του αναλογεί στον χαρακτήρα του.  Για τον αβανταδόρικο ρόλο της Lisbeth Salander επιλέχθηκε μια σχετικά άγνωστη ηθοποιός  η Rooney Mara η οποία όμως διαθέτει το παρουσιαστικό και το σώμα της ηρωίδας του Stieg Larsson. Ο ρόλος της Lisbeth απαιτεί έναν ιδιαίτερα ηθοποιό  καθώς πρέπει να παραστήσει ένα άτομο με υψηλή νοημοσύνη, ελαφρώς αυτιστικό θα λέγαμε, αντικοινωνικό το οποίο κάτω από τον αδιάφορο πρόσωπο κρύβει πλήθος συναισθημάτων. Χρειάζεται, συνεπώς, ένα πρόσωπο που να είναι ανέκφραστο αλλά με αδιόρατες σχεδόν κινήσεις να επιτρέπει στον θεατή να αντιληφθεί την αναταραχή  που κρύβει πίσω του. Κατά την άποψη μου η Rooney Mara παρέστησε την Lisbeth επαρκώς αλλά όχι ιδιοφυώς με αποτέλεσμα να μην κατορθώσει να την μετατρέψει στην εμβληματική ηρωίδα που είναι στο βιβλίο και στη φαντασία μας.
Η πιο καίρια όμως επιλογή είναι αυτή του σκηνοθέτη. Ο David Fincher είναι ένας σημαντικός σκηνοθέτης με πολύ ενδιαφέροντα έργα στο ενεργητικό του (Alien3 – 1992, Seven-1995, Fight Club-1999, Zodiac -2007), ο οποίος έχει αποδείξει ότι μπορεί να δημιουργήσει έργα με αισθητική και σκοτεινή ατμόσφαιρα. Κατά μία έννοια, είναι ιδανικός για την μεταφορά των βιβλίων αυτών στον κινηματογράφο. Πέρα όμως από το ένδοξο παρελθόν του τι κατόρθωσε να φέρει στο συγκεκριμένο έργο;  Είναι άμεσα σαφές ότι η σκηνοθεσία του έργου δεν απογοητεύει τον θεατή, καθώς το έργο έχει ρυθμό και ένταση. Τα κάδρα είναι όμορφα στημένα, οι σκηνές καλά εκτελεσμένες. Διαθέτει μεγαλύτερη σαφήνεια από τον Σουηδικό και είναι σαφώς πιο δεμένο και τελικά πιο πιστό στο βιβλίο.
Οι απαιτήσεις όμως είναι σαφώς μεγαλύτερες από μια μεγάλη παραγωγή με σκηνοθέτη τον Fincher. Είναι λίγο αποκαρδιωτικό το γεγονός ότι το πρώτο μέρος του έργου είναι υπερβολικά όμοιο με το Σουηδικό. Υπάρχουν ίδιες σχεδόν σκηνές και ταυτόσημα πλάνα. Στην εκδοχή του Hollywood λείπει η ιδιοσυγκρασιακή αισθητική του ίδιου του Fincher που πραγματικά θα απογείωνε το έργο. Στο Seven, για παράδειγμα, η συνεχής βροχή, τα μουντά χρώματα και οι ασφυκτικά κλειστοί χώροι μετέφεραν πολύ πετυχημένα την αποπνικτική αίσθηση του Κακού, και τις απαρχές της τρέλας του ήρωα. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο οι τελευταίες σκηνές που λούζονταν με εξουθενωτικό φως θα παραμείνουν χαραγμένες για πάντα στο μυαλό των θεατών καθώς απέδειξαν ότι η επίλυση του μυστηρίου δεν αποτελεί δικαίωση, το Κακό δεν εξαφανίζεται κάτω από το άπλετο φως. Στο Κορίτσι με το Τατουάζ τα ψυχρά χρώματα, η έλλειψη φωτός της Σουηδίας, και οι καιρικές συνθήκες της παρουσιάζονται χωρίς ο σκηνοθέτης να τις εκμεταλλεύεται πλήρως και να τους προσδίδει του πρέποντες συμβολισμούς. Αν στο σημείο αυτό το συγκρίνουμε με το Σουηδικό έργο θα κατανοήσουμε γιατί στο τέλος του το έργο μεταφέρεται στη θερμή, γεμάτη φως, Αυστραλία. Η αλλαγή του φωτισμού και των χρωμάτων σηματοδοτεί την ευτυχή κατάληξη των γεγονότων.
Εντελώς αποπροσανατολιστική και λάθος, κατά την άποψη μου, ήταν η επιλογή των τίτλων. Συνήθως οι τίτλοι δίνουν το στίγμα για το ύφος και τον τόνο του έργου που θα ακολουθήσει. Εδώ, αν και είναι από μόνοι τους είναι ένα έργο τέχνης, δεν ταιριάζουν καθόλου στην ταινία. Μαύρο υγρό χύνεται και μετασχηματίζεται (αίμα;) καλώδια υπολογιστών σχηματίζουν ανθρώπινες μορφές και πρόσωπα που μορφάζουν, εικόνες υπαινικτικές που μεταφέρουν πολύ καλά το σκοτεινό και διεστραμμένο κλίμα του βιβλίου- καλύτερα ίσως και από την ίδια την ταινία- αλλά είναι υπερβολικά εφετζίδικες και δεν ταιριάζουν σε μια ταινία που αποδεικνύεται πιο απλή, «καθαρή» και τελικά δυστυχώς λιγότερο ανησυχητική.
Συνοψίζοντας οφείλω να παραδεχτώ ότι το Κορίτσι με το Τατουάζ παραμένει μια καλή ταινία. Διαθέτει καλό σενάριο, σφιχτό ρυθμό, αγωνία, καλή ηθοποιία, πετυχημένη σκηνοθεσία και διαθέτει όλα τα προσόντα. Τι της λείπει; Μα αυτό που θα την έκανε πραγματικά ξεχωριστή. Είναι αυτές οι καταραμένες δυνατότητες που είχε λόγω κυρίως του σεναρίου της και του σκηνοθέτη της που την καθιστούν στα μάτια μου ανεπαρκής. Άτιμο πράγμα οι υψηλές προσδοκίες. 

1 comment:

Photomeerkat said...

Χαίρετε και συγχαρητήρια για το πολύ καλαίσθητο blog!
Ευχαριστούμε επίσης για τα κατατοπιστικότατα άρθρα σας!

Κρίμα που φέτος οι παρουσιάσεις σας στην Νέα Ερυθραία δεν πραγματοποιήθηκαν...

Καλή συνέχεια!