Ένας βασικός λόγος που ξεκίνησα το blog είναι γιατί μερικές φορές θα ήθελα να έχω ακροατήριο, θα ήθελα να μπορεί να με ακούσει κάποιος! Το blog εξ’ορισμού είναι μια αντίφαση, κάτι τόσο προσωπικό όσο ένα ημερολόγιο και κάτι τόσο δημόσιο όσο μια σελίδα στο διαδύκτιο, στην οποία ο οποιοσδήποτε μπορεί να έχει πρόσβαση. Από τη μια σκέφτεσαι οτι σιγά και ποιος θα διαβάσει τη δική μου σελίδα στο χάος των σελίδων που κυκοφορούν εκεί έξω. Κρύβεσαι λοιπόν, στο πλήθος. Και από την άλλη υπάρχει η μικρή ομολογουμένως δυνατότητα ότι κάποιος στο βουητό να ακούσει το χρώμα της δικής σου φωνής. Κανείς ποτέ δεν ξέρει!
Λοιπόν σήμερα έχω την ανάγκη να ακουστώ. Παίρνω όπως κάθε Κυριακή στα χέρα μου την κυριακάτικη εφημερίδα και διαβάζοντας πίνω τον καφέ μου. Στη δική μου περίπτωση η κυριακάτικη εφημερίδα μου τυχαίνει να είναι η Καθημερινή. Το «Κ» - αγαπημένο Κυριακάτικο ανάγνωσμα- έχει μια συνέντευξη του Cronenberg για «το τέλος της βίας» (A History of Violence). Αφού έχω διαβάσει όλο σχεδόν το περιοδικό φτάνω στο προκείμενο άρθρο που περίμενα με μια σχετική αγωνία, για λόγους ευνόητους. Και τι να δω; Ο κ. Παναγιώτης Παναγόπουλος, εναντίον του οποίου δεν έχω κανένα απολύτως προσωπικό πρόβλημα, έχει κάνει τις πιο απίστευτα κοινότυπες ερωτήσεις στον κ.Cronenberg και έχει φυσικά πάρει τις απολύτως αναμενόμενες απαντήσεις. Και αναρωτιέμαι...Έχεις μπροστά σου έναν από τους πιο προκλητικούς σύγχρονους σκηνοθέτες-δημιουργούς (auteur) και συζητάς μαζί του για το Hollywood με το οποίο εξ ορισμού δεν έχει σχέση; Και για το ποιοί είναι οι αγαπήμένοι του δημιουργοί; Αυτό και εαν είναι κλισέ ερώτηση! Μιλάμε για ένα σκηνοθέτη που σε άλλη συνέντευξη (Porton Richard: The Film Director As Philosopher: An Interview With David Cronenberg στο Cineaste 24, no4, 4-9, 1999 ) συζητάει για ένα φιλοσοφικό σινεμά και αναλύει θεωρίες του Shopenhauer. Και μια και το έργο λέγεται «Το τέλος της Βίας» το επόμενο σημείο φυσικά της συζήτησης είναι η βία. Μόνο που η ταινία δεν είναι μόνο για την βία. Η βία είναι μόνο η επιφάνεια, το πρώτο χτυπητό στοιχείο της ταινίας. Παρακάτω δεν έχει; Διασκεδάζω πάντοτε με τις κριτικές που κάνουν οι γευσιγνώστες στο «Κ» αλλά και σε άλλα περιοδικά, σε κρασιά, ποτά κτλ. Αρχίζουν και λένε μια πολύπλοκη μύτη με νότες βανίλιας, καραμέλας, μελιού, ώριμων μαγειρεμένων φρούτων και καπνού που συνεχίζεται με μεγαλύγτερη ένταση και στο στόμα συμπληρωμένο με μπαχαρικά και καφέ (παραθέτω ένα απόσπασμα της Μερόπης Παπαδοπούλου από κριτική ουίσκυ πάλι στο «Κ»). Το ουίσκυ λοιπόν- και ανάθεμα με εάν καταλαβαίνω σε τι ακριβώς αναφέρονται- έχει όλες αυτές τις στρώσεις ο κινηματογράφος μια τέχνη πολύ πιο σύνθετη από αυτήν της οινοποιοίας έχει μόνο μια, αυτή της επιφάνειας; Ότι τραβάει το μάτι μας αυτό είναι και όλη η ουσία του έργου; παρκάτω τίποτα;
Πρέπει να ομολογήσω ότι δεν έχω ιδέα για το πως είναι προγραμματισμένες αυτού του είδους οι συνεντεύξεις και πόσο πραγματικά σου δίνουν την ευκαιρία να μιλήσεις με τον σκηνοθέτη. Ας μην κατηγορώ τον κ. Παναγόπουλο τον οποίο απλώς χρησιμοποίησα ως αφορμή για μια ευρύτερη συζήτηση. Τις προάλλες στο φεστιβάλ «Νύχτες Πρεμιέρας» νεαρός σινεφιλ ρωτάει τον Kim Ki Duik μετά την συνταρακτική προβολή της ταινίας του The Isle( να σημειώσω παρεπιπτόντως οτι κατά τη διάρκεια της προβολής έβρεχε μέσα στο Αττικόν, στον πιο όμορφο και ιστορικό κινηματογράφο της Αθήνας.... ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΟ) την politically corect ερώτηση του εαν τα ζώα που βασανίστηκαν και σκοτώθηκαν στην ταινία ήταν πραγματικά ζώα που πραγματικά υπέστησαν αυτό τον βασανισμό. Εντάξει το θέμα της ζωοφιλίας είναι καίριο δε λέω. Αλλά σε μια ταινία που δείχνει οτι οι άνθρωποι σήμερα ζουν στην απόλυτη μοναξιά και οτι ακόμα και οι ερωτικές σχέσεις, οι σχέσεις αγάπης στηρίζονται στη βία, στο σαδισμό και παιχνίδια εξουσίας ο βασανισμός του ζώου είναι το νόημα; Κύριες και κύριοι χάνουμε το θέμα. Και ο άμοιρος κορεάτης σκηνοθέτης απολογείται και τρέπεται σε φυγή, γιατί η αλήθεια είναι οτι δεν έχει να πεί τίποτα για τα ζώα αφου στα έργα του οι άνθρωποι μεταξύ τους συμπεριφέρονται σαν ζώα με τα χαμηλότερα ένστικτα.
Και για τελειώνω με αυτό το θέμα και με τη σημερινή μου γκρίνια γενικότερα. Μέσα στο Αττικόν κατά την προβολή του Isle -είναι πόσοι να πω;- 500 άνθρωποι; Γεμάτο το Αττικόν. Και δημοσιογράφοι, και άνθρωποι του Κορεάτικου Προξενίου και είπαμε, μέσα στο Αττικόν, μπροστά ακριβώς από την οθόνη βρέχει. Δεν στάζει απλώς βρέχει κανονικά. Περιμένω και εγώ να διαβάσω το περιστατικό σε καμμιά εφημερίδα, να το ακούσω κάπου να το σχολιάζουν. Να ακούσω μια απολογία και μια υπόσχεση οτι αυτή η μαγική κινηματογραφική αίθουσα με την απίστευτη χλιδή θα φιταχτεί πριν να σαπίσουν τα κόκκινα βελούδα, πριν γίνει καμμιά σοβαρή ηλεκτρολογική ζημιά. Τίποτα, σιωπή ιχθύος. Ακόμα περιμένω.
No comments:
Post a Comment